Συνεχίζουμε την διαδρομή μας στο Πεδίο του Άρεως κάνοντας αυτήν την φορά μια στάση στην προτομή του Νικηταρά του επονομαζόμενου και "Τουρκοφάγου".
Μερικά στοιχεία για το Νικηταρά
Το πλήρες όνομα του Νικηταρά ήταν Νικήτας Σταματελόπουλος. Γεννήθηκε το έτος 1782. Δυο είναι τα μέρη που διεκδικούν τον τίτλο τιμής ως τόποι γέννησης του Νικηταρά: το χωριό Νέδουσα της Μεσσηνίας και το χωριό Τουρκολέκα κοντά στην Μεγαλόπολη. Ο δεύτερος τόπος συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες αφού από εκεί ήταν ο πατέρας του Σταματέλος Τουρκολέκας (από προκύπτει το επώνυμο Σταματελόπουλος) ενώ ο ίδιος ο Νικηταράς συχνά χρησιμοποιούσε στην υπογραφή του το επώνυμο "Τουρκολέκας". Η μητέρα του ήταν αδερφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη επομένως ο Νικηταράς ήταν ανιψιός του Γέρου του Μοριά - μια σχέση που επηρέασε βαθιά την πορεία της ζωής του.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ξέσπασαν οι μεγάλοι διωγμοί των κλεφτών στην Πελοπόννησο. Ο Κολοκοτρώνης αναγκάστηκε να περάσει απέναντι στο νησί της Ζακύνθου και τον ακολούθησε και ο Νικηταράς. Στην Ζάκυνθο έγινε εθελοντής πολεμιστής σε ρώσικο τάγμα. Οι Ρώσοι του πρότειναν να περάσει απέναντι στην Ιταλία και να πολεμήσει εναντίον του Ναπολέοντα. Αν και ο θείος του αρνήθηκε, ο ίδιος πέρασε απέναντι και αγωνίστηκε υπό την σημαία των Ρώσων εναντίον του Ναπολέοντα. Μετά την συνθήκη του Τιλσίτ επανήλθε στην Ζάκυνθο και υπηρέτησε αυτήν την φορά σε γαλλικό τάγμα μιας και τα Επτάνησα είχαν περάσει σε γαλλική κατοχή. Το 1818 τον βρίσκουμε στην πόλη της Καλαμάτας. Εκεί μυείται στην Φιλική Εταιρεία και μαζί με άλλους αγωνιστές όπως ο Αναγνωσταράς γυρίζουν την Πελοπόννησο για να κατηχήσουν νέα μέλη.
Η έκρηξη της Επανάστασης τον βρίσκει στην Πελοπόννησο. Στις 23 Μαρτίου 1821 μπαίνει μαζί με τον Κολοκοτρώνη, τον Παπαφλέσσα και τον Πετρόμπεη απελευθερωτής στην πόλη της Καλαμάτας. Συμφωνεί με τον θείο του για την κατάληψη της Τριπολιτσάς και τον ακολουθεί στην Αρκαδία. Εκεί έδωσε την πρώτη του μεγάλη μάχη εναντίον των Τούρκων στο Βαλτέτσι όπου μαζί με άλλους Έλληνες οπλαρχηγούς πέτυχαν την πρώτη μεγάλη νίκη των ελληνικών όπλων. Η δεύτερη νίκη ήρθε στα Δολιανά όπου επικεφαλής 800 ανδρών κατόρθωσε να αποκρούσει την επίθεση 6.000 Τούρκων υπό τον Κεχαγιάμπεη. Η ήττα των Τούρκων στα Δολιανά τους ανάγκασε να κλειστούν στην Τρίπολη και να διεξάγουν πλέον καθαρά αμυντικό πόλεμο. Τον Σεπτέμβρη η πόλη έπεσε ο Νικηταράς όμως ήταν από τους λίγους - ίσως ο μοναδικός - οπλαρχηγούς που δεν δέχτηκε να συμμετάσχει στην διανομή των λάφυρων.
Πριν την πτώση της Τρίπολης στάλθηκε στην Ρούμελη για να βοηθήσει τους εκεί επαναστατημένους πληθυσμούς. Στην Αθήνα των εξέλεξαν αρχηγό των εκεί επαναστατών αυτό όμως δυσαρέστησε τους Μαυρομιχαλαίους και ο Νικηταράς που δεν επιθυμούσε διαμάχες και έριδες έφυγε για την Λιβαδειά όπου βοήθησε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην προσπάθεια του να ανακαταλάβει την πόλη. Με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο ο Νικηταράς ανέπτυξε μια πολύ στενή σχέση φιλίας και αγάπης που κατέληξε στο σημείο να αλλάξουν τα αίματα τους (έγιναν αδελφοποιητοί).
Μετά την πτώση της Τρίπολης συμμετείχε στην πολιορκία του Ναυπλίου ενώ τον Απρίλη του 1822 με 700 αγωνιστές έτρεξε να συνδράμει τον Ανδρούτσο στην μάχη της Στυλίδας και της Αγίας Μαρίνας. Η τρίτη του μεγάλη μάχη η οποία του έδωσε και την προσωνυμία "ο Τουρκοφάγος" δόθηκε στα Δερβενάκια. Εκεί ο Κολοκοτρώνης αφού είχε κάψει όλο τον αργολικό κάμπο κατόρθωσε να πετύχει τον εγκλωβισμό του τούρκικου στρατού σε μια άγονη περιοχή και την αναγκαστική επιστροφή του στην Κόρινθο. Ο Νικηταράς επικεφαλής του δικού του αποσπάσματος διέλυσε τα τούρκικα σώματα πάνω στα οποία υπέπεσε. Λέγεται ότι τόσο μεγάλη ήταν η ορμή του που έσπασε τρεις πάλες ενώ με την λήξη της μάχης το σπαθί είχε κολλήσει σύμφωνα με τον θρύλο στην παλάμη του χεριού του. Οι νεκροί Τούρκοι στον Άγιο Σώστη (το μέρος όπου παραμόνευε ο Νικηταράς) υπολογίζονται στους 3.000 ενώ ο στρατιωτικός θρίαμβος του επαναλήφθηκε τρεις μέρες αργότερα στο Αγιονόρι όπου συνέτριψε ένα τμήμα των δυνάμεων του Δράμαλη Πασά που δεν είχε καταφέρει να περάσει από τα Δερβενάκια.
Μετά την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη αρνήθηκε και πάλι να λάβει μέρος στην διανομή των λαφύρων. Οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί τον ανάγκασαν όμως να πάρει μια ταμπακιέρα, μια σέλα και ένα σπαθί. Την σέλα την δώρισε σε έναν συναγωνιστή του, την ταμπακιέρα την έκανε δώρο στην γυναίκα του (της έγραψε μάλιστα "την στέλνω σε σένα που αγαπώ ύστερα από την πατρίδα") ενώ το σπαθί το έστειλε στην Ύδρα για τις ανάγκες του στόλου. Οι Υδραίοι όμως του το επέστρεψαν λέγοντας του ότι μόνο στα χέρια του αυτό το σπαθί έχει αξία.
Ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της κυβέρνησης Κουντουριώτη και των στρατιωτικών τον βρήκε όπως ήταν φυσικό στο πλευρό του θείου του. Ωστόσο δεν έλαβε μέρος σε καμιά μάχη και προσπαθούσε όσο ήταν δυνατόν να μείνει αμέτοχος σε αυτήν την εμφύλια διαμάχη. Κατά το 1826 πήρε μέρος σε πολλές μάχες στο πλευρό του Γεώργιου Καραϊσκάκη μεταξύ αυτών και στη μάχη στον Ανάλατο. Ακολούθησε τον Κολοκοτρώνη στον ανταρτοπόλεμο του εναντίον του Ιμπραήμ ενώ με την έλευση του Καποδίστρια στάθηκε στο πλευρό του Κυβερνήτη τον οποίο και στήριξε στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση τους Άργους ως εκπρόσωπος του Λεονταρίου Αρκαδίας. Ο Καποδίστριας τον έκανε υπασπιστή του όμως μετά την δολοφονία του και την άνοδο των Βαυαρών στην εξουσία αρχίζουν τα βάσανα του αφού υπήρξε εξέχον στέλεχος του Ρωσικού Κόμματος των Ναπαίων.
Το 1834 πραγματοποιήθηκε η πρώτη του σύλληψη γιατί θεωρήθηκε υποκινητής της εξέγερσης στην Μεσσηνία ενώ το 1839 συλλαμβάνεται για δεύτερη φορά πάλι με την κατηγορία της υποκίνησης εξέγερση εναντίον του Όθωνα. Φυλακίζεται στο Παλαμήδι και στο δικαστήριο που ακολουθεί αθωώνεται πανηγυρικά. Όμως οι Βαυαροί δεν τον αποφυλακίζουν αλλά με διαταγή που υπέγραψε ο Όθωνας τον στέλνουν σιδηροδέσμιο στις φυλακές της Αίγινας. Εκεί ο σπουδαίος αυτός αγωνιστής έμεινε φυλακισμένος κάτω από άθλιες συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην σχεδόν ολική τύφλωση του. Λέγεται ότι μια από τις κόρες του έχασε τα λογικά της όταν τον είδε σε αυτήν την άθλια κατάσταση.
Μετά την αποφυλάκιση του, έζησε με την οικογένεια του στον Πειραιά. Μετά την επανάσταση του 1843 του παραχωρήθηκε μια μικρή σύνταξη οι τόκοι όμως των δανείων που είχε πάρει προηγούμενα χρόνια τον λύγισαν και οδήγησαν στη δήμευση της περιουσίας του. Το κράτος του παραχώρησε μιας θέση επαιτείας έξω από μια εκκλησία στον Πειραιά. Του επέτρεψε (!!!) να επαιτεί σε εκείνο το σημείο κάθε Παρασκευή.
Μετά την αποφυλάκιση του, έζησε με την οικογένεια του στον Πειραιά. Μετά την επανάσταση του 1843 του παραχωρήθηκε μια μικρή σύνταξη οι τόκοι όμως των δανείων που είχε πάρει προηγούμενα χρόνια τον λύγισαν και οδήγησαν στη δήμευση της περιουσίας του. Το κράτος του παραχώρησε μιας θέση επαιτείας έξω από μια εκκλησία στον Πειραιά. Του επέτρεψε (!!!) να επαιτεί σε εκείνο το σημείο κάθε Παρασκευή.
Κάπως έτσι πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849, φτωχός και ξεχασμένος από το κράτος που ο ίδιος ελευθέρωσε, ο Νικηταράς από την γη της Αρκαδίας, ο άνθρωπος που τσάκισε τις στρατιές των Τούρκων στα Δολιανά, το Βαλτέτσι και τα Δερβενάκια.
Το μνημείο
Η προτομή είναι μαρμάρινη και απεικονίζει το Νικηταρά σε ώριμη ηλικία με παχύ μουστάκι και γιλέκο. Στην βάση της προτομής αναγράφονται τα λόγια:
ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ
1781 - 1849
Πρόκειται για ένα έργο του γλύπτη Γρηγορίου Ζευγώλη. Τοποθετήθηκε το έτος 1936.
Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις
O Νικηταράς υπήρξε η πλέον ανιδιοτελής μορφή του αγώνα. Η ανιδιοτέλεια του ήταν παροιμιώδης και σε συνδυασμό με τις εξέχουσες πολεμικές του ικανότητες τον αναγάγουν σε μια μορφή άκρως ελληνική και αξεπέραστη. Η συμμετοχή του στις μάχες του Βαλτετσίου, των Δολιανών και των Βέρβενων ήταν καθοριστική. Δίχως τη συμμετοχή αυτού και του σώματος του δεν είναι σίγουρο αν η νίκη θα στεφάνωνε τα ελληνικά όπλα. Μα η μάχη που του έδωσε και την προσωνυμία "τουρκοφάγος" και τον ανύψωσε σε επίπεδα σχεδόν μυθικά ήταν αυτή των Δερβενακίων. Εκεί ο Νικηταράς υπό την καθοδήγηση του χαρισματικού του θείου εξόντωσε με το σώμα του ένα μεγάλο μέρος της στρατιάς του Δράμαλη.
Η ανιδιοτέλεια του όπως γράψαμε και παραπάνω ήταν παροιμιώδης. Δεν υπήρξε άλλος αγωνιστής - τουλάχιστον οπλαρχηγός - που να χε την δική του συναίσθηση του ανιδιοτελούς του αγώνα. Θα μπορούσε να είχε πλουτίσει όντας οπλαρχηγός και έχοντας συμμετάσχει σε τόσες πολλές, μεγάλες και νικηφόρες μάχες. Αντ' αυτού ο Νικηταράς τελείωσε την πορεία του στον επαναστατικό αγώνα όπως ακριβώς την ξεκίνησε, χωρίς να χει ούτε ένα γρόσι παραπάνω.
Όπως ήταν φυσικό αυτός ο φλογερός πατριώτης και εξαίρετος πολεμιστής πήρε το μέρος του Καποδίστρια με του που ο Κυβερνήτης έφτασε στη χώρα. Και γράφω όπως ήταν φυσικό γιατί ένας φύσει ανιδιοτελής πολεμιστής είναι φυσικό να στηρίξει έναν φύσει ανιδιοτελή Κυβερνήτη και όχι τους στασιαστές της Μάνης και της Ύδρας που πάλευαν για ίδιον όφελος. Με την πτώση του Καποδίστρια, γνώρισε όπως και πολλοί άλλοι αγωνιστές τα πάνδεινα από το βαυαρικό καθεστώς. Φυλακίστηκε, βασανίστηκε (σε σημείο που όταν τον αντίκρισε μια από τις κόρες του να χάσει τα λογικά της) χωρίς λόγο και αιτία ενώ όταν αποφυλακίστηκε ήταν ήδη γέρος και σχεδόν τυφλός.
Το πρόστυχο ελληνικό κράτος του επέτρεψε (!!!) να επαιτεί μια φορά την βδομάδα σε συγκεκριμένη θέση όμως ακόμα και σε αυτή την κατάσταση ο Νικηταράς δεν έχασε τον άνευ ορίων πατριωτισμό του και την αγάπη του προς την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω γεγονός:
Όταν κάποιος από τους πρόξενους των Μεγάλων Δυνάμεων έμαθε ότι ο Νικηταράς βρισκόταν σε αυτήν την κατάσταση, πήγε να δει με τα ίδια του τα μάτια την συμβαίνει. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.
- Τι κάνετε στρατηγέ μου; ρώτησε ο ξένος.
- Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα, απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στον δρόμο; επέμενε ο ξένος.
- Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος, απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
Ο ξένος κατάλαβε, και διακριτικά, φεύγοντας άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες.
Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο: «Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!».
Τέτοιος λεβέντης, τέτοιος άνθρωπος υπήρξε ο Νικήτας Σταματελόπουλος από την γη της Αρκαδίας. Ακόμα και όταν είχε χάσει τα πάντα, δεν θέλησε να πει πικρή κουβέντα για την πατρίδα. Δεν θέλησε να κακολογήσει την Ελλάδα σε έναν ξένο.
Πέθανε λησμονημένος από το επίσημο ελληνικό κράτος. Μα στην καρδιά του μέσου Έλληνα ο Νικηταράς κατέχει μια θέση ήρωα, μια θέση ενός ανθρώπου που έζησε μια ζωή υπόδειγμα για όλους εμάς τους μεταγενέστερους που σφαζόμαστε για τα πουγκιά και τα ευρώ όταν κάποιοι άνθρωποι πριν 190 περίπου χρόνια μάτωναν για την ελευθερία χωρίς να ζητήσουν το παραμικρό αντάλλαγμα.
Πως θα πάμε
Η προτομή του Νικηταρά όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.
Δείτε φωτογραφίες από τη προτομή εδώ
Βιβλιογραφία
Βιβλιογραφία
- Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 - 2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ τα σχόλια σας να γράφονται με ελληνικούς χαρακτήρες και όχι με greeklish. Spams και υβριστικά σχόλια διαγράφονται άνευ προειδοποίησης. Ευχαριστώ.