Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πεδίο του Άρεως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πεδίο του Άρεως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή του Μάρκου Μπότσαρη στο Πεδίο του Άρεως

Έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να μελετήσουμε την προτομή του αετού του Σουλίου του Μάρκου Μπότσαρη που βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα.


Μερικά λόγια για τον Μάρκο Μπότσαρη

O Μάρκος Μπότσαρης ήταν μέλος της μεγάλης φάρας του Σουλίου, των Μποτσαραίων. Θεωρούνταν μια από τις πιο ισχυρότερες οικογένειες της περιοχής μαζί με αυτήν των Τζαβελλαίων. Γεννήθηκε το έτος 1788 στο Σούλι και ήταν γιος του Κίτσου Μπότσαρη και ανεψιός του Νότη Μπότσαρη, εκείνου που από πολλούς έχει χαρακτηριστεί ως ο "Νέστωρ του Σουλίου".

Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στο Σούλι το οποίο βρισκόταν συνεχώς σε διαμάχη με τον Αλί Πασά των Ιωαννίνων. Όταν ο δεύτερος κατόρθωσε να κάμψει την αντίσταση των Σουλιωτών (το 1803) ο Μάρκος αναγκάστηκε να ακολουθήσει τους συμπατριώτες του στην αναγκαστική εξορία. Ανήκε στους τυχερούς της τρίτης φάλαγγας η οποία κατόρθωσε να φτάσει στην Πάργα και από εκεί να περάσει απέναντι στο νησί της Κέρκυρας το οποίο βρισκόταν υπό γαλλική κατοχή. Εκεί κατατάχθηκε στα ένοπλα τμήματα των Σουλιωτών τα οποία δημιούργησαν οι Γάλλοι και πήρε αρκετές στρατιωτικές εμπειρίες οι οποίες θα του ήταν χρήσιμες για την μετέπειτα επαναστατική του δράση. Στην Κέρκυρα ο Μπότσαρης παντρεύτηκε (έκανε δυο κόρες και έναν γιο) ενώ έμαθε και κάποια γράμματα με τα οποία δημιούργησε ένα αρβανιτικο - ελληνικό λεξικό (μην λησμονούμε ότι ο Μπότσαρης ήταν αρβανίτης στην καταγωγή και μητρική του γλώσσα τα αρβανίτικα). Μέρος αυτού του έργου σώζεται σε μουσείο στο Παρίσι.

Μετά την πτώση του Ναπολέοντα, η Κέρκυρα πέρασε στον έλεγχο των Ρώσων και τα Σουλιώτικα τάγματα διαλύθηκαν. Τότε ο Μπότσαρης - που εν τω μεταξύ είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία ήδη από το 1814 - πέρασε απέναντι στην Ήπειρο και συμμάχησε με τις δυνάμεις του Σουλτάνο στον πόλεμο τους εναντίον του Αλί Πασά. Ο Σουλτάνος τους είχε υποσχεθεί επιστροφή στο Σούλι. Όταν όμως με την πάροδο του χρόνου είδαν ότι οι σουλτανικές δυνάμεις δεν επρόκειτο να τηρήσουν τον λόγο τους, άλλαξαν στρατόπεδο και συμμάχησαν με τον Αλί. Στις μάχες εκείνες ο Μπότσαρης διέπρεψε πετυχαίνοντας σημαντικές νίκες όπως η κατάληψη των φρουρίων της Ρηγιάσας και της Ρινιάσσας. Μα οι ισχυρές δυνάμεις του Χουρσίτ Πασά - απεσταλμένου του Σουλτάνου - λύγισαν τελικά τον Αλί και οι Σουλιώτες οι οποίοι ουσιαστικά βρισκόντουσαν στο μέσο αυτής της διαμάχης πηγαίνοντας πότε με τον έναν και πότε με τον άλλο μπας και κατορθώσουν να πετύχουν τον οριστικό επαναπατρισμό τους, αναγκάστηκαν τον Ιούλιο του 1822 να εγκαταλείψουν μια για πάντα του Σούλι.

Ο Μάρκος Μπότσαρης κινήθηκε μαζί με άλλους Σουλιώτες προς την επαναστατημένη Ακαρνανία αφού πρώτα φρόντισε να στείλει την οικογένεια του στο ασφαλές έδαφος της Ιταλικής χερσονήσου - συγκεκριμένα στην Αγκώνα. Έπειτα κατέβηκε στην πόλη του Μεσολογγίου η οποία έμελλε να είναι και η τελευταία του κατοικία. Εκεί ο Μάρκος Μπότσαρης ήρθε σε επαφή με τον Μαυροκορδάτο ο οποίος αναζητούσε μια μεγάλη στρατιωτική νίκη την οποία θα χρησιμοποιούσε ως χαρτί για την μελλοντική πολιτική του ανέλιξη. Ο Μπότσαρης από την άλλη ήθελε όσο τίποτε άλλο τον επαναπατρισμό των Σουλιωτών. Έτσι λοιπόν αποφασίστηκε εκστρατεία προς την Ήπειρο. 

Επρόκειτο για μια τουλάχιστον ατυχή απόφαση - που βαραίνει τον Μαυροκορδάτο βεβαίως μιας και αυτός ήταν ο διοικητής και εμπνευστής της - η οποία κατέληξε στην μάχη του Πέτα κοντά στην Άρτα στις 4 Ιουλίου 1822. Εκεί έπεσαν σπουδαίοι φιλέλληνες και αρκετοί Έλληνες ενώ ο Μάρκος με του Σουλιώτες του παρ' όλη την ανδρεία τους δεν μπόρεσαν να αποσοβήσουν την καταστροφή. Η μάχη του Πέτα είχε ως αποτέλεσμα το οριστικό σβήσιμο της Επανάστασης στην Ήπειρο ενώ έδωσε την ευκαιρία στου Τούρκους να κατεβούν νοτιότερα και να πολιορκήσουν το Μεσολόγγι. 

Πρόκειται για την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου στην οποία ο Μάρκος έλαβε μέρος ως βασικός υπερασπιστής της. Στην αρχή ήρθε σε επαφή με τις δυνάμεις του Κιουταχή και του Ομέρ Βρυώνη οι οποίες του ζητούσαν να παραδώσει την πόλη με αντάλλαγμα υψηλό χρηματικό ποσό. Ο Μάρκος μπήκε στην διαδικασία των διαπραγματεύσεων θέλοντας να κερδίσει χρόνο προκειμένου να οργανωθεί όσο το δυνατόν καλύτερα η άμυνα της πόλης. Και όταν οι προετοιμασίες ολοκληρώθηκαν έστειλε γραφή στους αγάδες λέγοντας "αν θέλετε τον τόπο μας, ελάτε να τον πάρετε".

Η μεγάλη επίθεση των Τούρκων έλαβε χώρα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων. Μα οι πολιορκημένοι συνέτριψαν όλες τις εφόδους των επιτιθέμενων οι οποίοι αναγκάστηκαν τελικά στις 31 του Δεκέμβρη να λύσουν την πολιορκία της πόλης. Επρόκειτο για μια σπουδαία επιτυχία καθώς ο στρατός των Τούρκων κατά την επιστροφή του στην Πρέβεζα έπαθε πολλές καταστροφές από διάφορους οπλαρχηγούς της περιοχής αλλά και από φυσικά αίτια όπως ο ποταμός Αχελώος ο οποίος πήρε μαζί του πολλούς Τούρκους στην προσπάθεια του να τον διαβούν. Η ηρωική αντίσταση του Μάρκου στο Μεσολόγγι ανάγκασε την κυβέρνηση να του δώσει το αξίωμα του αρχιστράτηγου Στερεάς Ελλάδας. Αυτό δυσαρέστησε πολλούς οπλαρχηγούς οι οποίοι τον έβλεπαν ανταγωνιστικά.

Τότε ο Μάρκος προέβη σε μια κίνηση η οποία δείχνει το ήθος του, την ανιδιοτέλεια του αλλά και την αμέριστη αγάπη του για τον σκοπό της ελευθερίας. Μην επιθυμώντας να υπάρχουν διχόνοιες μέσα στο ελληνικό στρατόπεδο, έβγαλε το δίπλωμα της αρχιστρατηγίας από το γιλέκο του και αφού το φίλησε θέλοντας να δείξει τον σεβασμό του προς την απόφαση της κυβέρνησης, το έσκισε μπροστά στους εμβρόντητους οπλαρχηγούς λέγοντας:

"όποιος είναι άξιος παίρνει το δίπλωμα από τον Σκόντρα Πασά"

εννοώντας το πασά της Σκόδρας ο οποίος βρισκόταν στο Καρπενήσι και βάδιζε εναντίον της Δυτικής Ελλάδας. Ο Μάρκος ήταν αυτός που με 300 περίπου Σουλιώτες πήγε να τον συναντήσει στο Κεφαλόβρυσο της Ευρυτανίας. Εκεί έστειλε γράμματα στους οπλαρχηγούς της περιοχής να έρθουν να τον συναντήσουν και να διοργανώσουν από κοινού επίθεση στο στρατόπεδο των Τούρκων. Το σχέδιο του Μάρκου ήταν μια καθαρά καταδρομική επιχείρηση, ένα σχέδιο ανορθόδοξου πολέμου. Θα ορμούσαν νύχτα μέσα στο στρατόπεδο των τουρκαλβανών και εκμεταλλευόμενοι την σύγχυση τους και τον πανικό τους (σύγχυση η οποία θα προκαλούνταν και από το γεγονός ότι Σουλιώτες και Αλβανοί φορούσαν τα ίδια ρούχα) θα σκότωναν όσους περισσότερους μπορούσαν. Οι Σουλιώτες θα αναγνωρίζονταν μεταξύ  τους έχοντας σηκωμένα τα μανίκια από τα πουκάμισα τους. 

Κατ' αυτόν τον τρόπο όρμησαν οι ατρόμητοι Σουλιώτες και οι υπόλοιποι Έλληνες με αρχηγό τον Μάρκο στο στρατόπεδο των Τούρκων. Αυτοί ανυποψίαστοι όπως ήταν πανικοβλήθηκαν και βλέποντας ανθρώπους που φορούσαν τα ίδια ρούχα με αυτούς να τους επιτίθενται άρχισαν να χτυπιούνται μεταξύ τους. Η σφαγή γενικεύτηκε και θα χαμε γενική καταστροφή του τούρκικου στρατού αν ένα βόλι δεν έβρισκε τον Μάρκο στο κεφάλι κλείνοντας του μια για πάντα τα μάτια. Οι συγγενείς του που βρισκόντουσαν δίπλα του διέκοψαν την μάχη και τον μετέφεραν στο προσυμφωνημένο σημείο. Εκεί με την ανατολή του ηλίου έφτασε και ο υπόλοιπος στρατός νικηφόρος γεμάτος λάφυρα και αιχμαλώτους. Θρήνος σκέπασε το στράτευμα με το που αντίκρισε τον σκοτωμένο αρχηγό του. Και ο αιχμάλωτος στρατοπεδάρχης των Τούρκων έχασε ευθύς το κεφάλι του μπροστά στον σκοτωμένο Μάρκο. Η θυσία των Σουλιωτών στον χαμένο αρχηγό τους...

Αφού συγκεντρώθηκε όλο το στράτευμα, το ανέβασαν στητό σε ένα άλογο το οποίο κρατούσε από τα χαλινάρια ένας οπλαρχηγός και έτσι έφτασαν μέχρι το Μεσολόγγι. Στην διαδρομή ο Καραϊσκάκης ψημένος από τον πυρετό λόγω της φυματίωσης του κατέβηκε από τα λημέρια του και προσκύνησε ευλαβικά το νεκρό σώμα του Μπότσαρη. Στο Μεσολόγγι ο λαός τον περίμενε σύσσωμος και με μια μεγαλειώδη πομπή τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία τον κήπο των Ηρώων.

Εκεί μέχρι και τις μέρες μας βρίσκεται ο τάφος του - έργο του Γάλλου γλύπτη David D' Angers - πάνω από τον οποίο βρίσκεται μια μαρμάρινη γυμνή κοπέλα η οποία του προσφέρει τον τελευταίο θρήνο. Αντίγραφο αυτού του σπουδαίου έργου βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στο οποίο επίσης μπορείτε να δείτε την σφαίρα που τον σκότωσε θανάσιμα καθώς και κομμάτι από το μαντήλι με το οποίο προσπάθησαν οι συναγωνιστές του να σταματήσουν την αιμορραγία στο κεφάλι του. 

Η ανδρεία του τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος με προτομές και μνημεία σε όλη την επικράτεια του. Πέρα από τον τάφο του στον Μεσολόγγι ένα επίσης σημαντικό μνημείο που αφορά τον Μάρκο Μπότσαρη βρίσκεται στο Κεφαλόβρυσο εκεί όπου πέτυχε την μεγαλύτερη νίκη των ελληνικών όπλων κατά το έτος 1823 δίνοντας την ίδια του την ζωή.

Το μνημείο


Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία απεικονίζει τον Μάρκο Μπότσαρη με φέσι στο κεφάλι και παχύ μουστάκι. την βάση αναγράφονται τα λόγια:

ΜΑΡΚΟΣ
ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ
1790 - 1823


Η προτομή είναι έργο της γλύπτριας Νίνας Εμπειρίκου. Τοποθετήθηκε το έτος 1935.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις


Ο Μάρκος Μπότσαρης αποτελεί μοναδική μορφή στον Αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Αρβανίτικης καταγωγής ο ίδιος προφανώς είχε ως μητρική του γλώσσα τα αρβανίτικα και όχι τα ελληνικά. Ωστόσο, το αν κάποιος είναι ελληνικός ή όχι δεν λογαριάζεται από την καταγωγή και το αίμα του αλλά από τις πράξεις και τις ιδέες που αυτές πρεσβεύουν. Ο Μάρκος Μπότσαρης - του οποίου τη μνήμη και το όνομα καπηλεύτηκε το σύγχρονο αλβανικό κράτος παρουσιάζοντας τον ως ...Αλβανό - υπήρξε ένας άνδρας ανδρείος, συνετός, φιλελεύθερος, φιλότιμος και για όλους αυτούς του λόγους ελληνικός.

Συγχώρεσε τον δολοφόνο του πατέρα του ενώ μπροστά στον κίνδυνο να διχαστεί το στράτευμα έσκισε το δίπλωμα του αρχιστρατήγου βάζοντας κάτω από το προσωπικό του συμφέρον εκείνο της πατρίδας και του αγώνα για την ελευθερία της. Υπήρξε γενναίος και μαχητικός: πολεμώντας σχεδόν μόνος πάνω στα βουνά του Σουλίου πέτυχε σπουδαίες νίκες τόσο εναντίον του Αλί όσο και του Σουλτάνου ενώ κατεβαίνοντας στο Μεσολόγγι ξεδίπλωσε το στρατηγικό του μυαλό καθυστερώντας του Τούρκους με διαπραγματεύσεις για τάχα παράδοση της πόλης μέχρι να φτάσουν οι ενισχύσεις με τα καράβια του Μιαούλη. Για την καταστροφή στο Πέτα δεν φέρει καμιά απολύτως ευθύνη αφού ο Μαυροκορδάτος ήταν αυτός που σκέφτηκε και εφάρμοσε το καταστροφικό σχέδιο της εκστρατείας και της μάχης - από χιλιόμετρα μακριά μάλιστα αφού βρισκόταν σε άλλο χωριό.

Μα η στρατιωτική του δεινότητα φαίνεται στο κύκνειο άσμα του - την μάχη στο Κεφαλόβρυσο της Ευρυτανίας - όπου εφάρμοσε μια εκπληκτική μορφή ανορθόδοξου πολέμου (ίσως πρόκειται για την σπουδαιότερη επιχείρηση αυτού του είδους στην σύγχρονη ελληνική ιστορία με βάση τα αποτελέσματα της). Ο ίδιος σε αυτήν την επιχείρηση πολέμησε στην πρώτη γραμμή και μάλιστα έψαχνε να βρει τη σκηνή του πασά για να τον σκοτώσει ή να τον αιχμαλωτίσει. Ο θάνατος του σκόρπισε τον θρήνο όχι μόνο στους Σουλιώτες αλλά σε όλο τον επαναστατημένο ελληνισμό ο οποίος έβλεπε ένα άξιο τέκνο της ελληνικής γης να πέφτει γενναία την ώρα του καθήκοντος.

Το Κεφαλόβρυσο υπήρξε η σπουδαιότερη μάχη του 1823. Μετά την απώλεια του Μάρκου, η Επανάσταση στην Δυτική Στερεά αρχίζει να χωλαίνει αφού δεν υπάρχει ένας οπλαρχηγός με μεγάλο ανάστημα να ενώσει τους επαναστάτες. Αν ζούσε ο Μάρκος σίγουρα το Μεσολόγγι θα είχε καλύτερη μοίρα και ο Κιουταχής με τον Ιμπραήμ θα χαν να αντιμετωπίσουν έναν σπουδαίο πολέμαρχο. Το προσκύνημα του οξύθυμου περήφανου Καραΐσκάκη στο κουφάρι του (λέγεται μάλιστα ότι είπε πως ο Μάρκος ήταν ο καλύτερος από όλους) αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα των τεκμηρίων που αποδεικνύουν πόσο σπουδαίος οπλαρχηγός υπήρξε ο Μάρκος για την Επανάσταση.

Η ανδρεία του ενέπνευσε τους ποιητές και τους ζωγράφους...γρήγορα η φήμη του πέρασε τα στενά όρια του ελληνικού χώρου και εξαπλώθηκε στην Δυτική Ευρώπη. Σήμερα υπάρχει πλατεία με το όνομα του στο Στρασβούργο ενώ ένας σταθμός στο Παρίσι φέρει επίσης το όνομα του.

Στην είσοδο της "Ιεράς Πόλης του Μεσολογγίου" όπου βρίσκεται η αιώνια κατοικία του υπερασπιστή της Μάρκου Μπότσαρη υπάρχει ένα μνημείο που γράφει "Κάθε ελεύθερος άνθρωπος είναι δημότης Μεσολογγίου". Ο Μάρκος Μπότσαρης είναι ένα από εκείνους τους ανθρώπους που όντας ελεύθερος δεν ανήκει στους Μεσολογγίτες, δεν ανήκει μόνο στην αρβανιτιά ή το Σούλι, δεν ανήκει μόνο στην Ελλάδα.

Ανήκει και εμπνέει όλους τους ελεύθερους ανθρώπους σε όλους του καιρούς, σε όλους του τόπους. 

Πως θα πάμε


Η προτομή του Μάρκου Μπότσαρη όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.

Διαβάστε για τον Μάρκο Μπότσαρη Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV
Δείτε φωτογραφίες από την προτομή εδώ
Δείτε βίντεο για τον Μάρκο Μπότσαρη Ι, ΙΙ

Η ανδρεία του Μάρκου Μπότσαρη ενέπνευσε πολλούς ποιητές, συνθέτες και τραγουδοποιούς. Παραθέτω μερικά από τα δημιουργήματα της Μούσας αναφορικά με τον Μάρκο Μπότσαρη.

Το ποίημα MARCO BOZZARIS του Άγγλου ποιητή Fitz-Greene-Halleck
Μάρκος Μπότσαρης: Δημοτικό. Τραγουδάει ο Χρόνης Αηδονίδης. 
Του Μάρκου Μπότσαρη : Κλέφτικο. Άγνωστος καλλιτέχνης. Και επίσης υπάρχει σε εκτέλεσης της Ελένης Βιτάλης.
Μάρκος Μπότσαρης : Παραδοσιακό Βορείου Ηπείρου. Ηχογραφημένο από πολυφωνικό συγκρότημα της Β. Ηπείρου (σύμφωνα με τον uploader).

Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή του Ανδρέα Μιαούλη στο Πεδίο του Άρεως

Επόμενη στάση στην διαδρομή μας στις προτομές που βρίσκονται στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα είναι η προτομή του ναυάρχου του 1821, του Υδραίου Ανδρέα Μιαούλη.

Μερικά λόγια για τον Μιαούλη

Το πραγματικό επώνυμο του Ανδρέα Μιαούλη ήταν Βώκος. Έλκει την καταγωγή του από τα Φύλλα της Εύβοιας από όπου το σόι των Βώκων αναγκάστηκε να φύγει το 1668 ύστερα από μια διαμάχη τους με τις εκεί τούρκικες αρχές. Ύστερα από μια σύντομη περιπλάνηση στην Πελοπόννησο, οι Βώκοι εγκαταστάθηκαν στην Ύδρα. Εκεί γεννήθηκε ο Ανδρέας Βώκος γιος του Δημήτριου Βώκου, μεγάλου εμπόρου και πλοιοκτήτη της εποχής. 

Ο πατέρας του προσπάθησε να του μάθει γράμματα ο μικρός Ανδρέας όμως έστρεψε την προσοχή του προς την θάλασσα και ήδη από τα 16 του ξεκίνησε τα ταξίδια με τον στόλο της οικογένειας. Σε μικρή ηλικία αγόρασε από έναν Οθωμανό της Χίου ένα εμπορικό πλοίο το οποίο ονομαζόταν Μιαούλ: από εδώ φαίνεται να του έμεινε και η προσωνυμία Μιαούλης. Με την έναρξη των ναπολεόντειων πολέμων, η Αγγλία εφάρμοσε ναυτικό αποκλεισμό στην ηπειρωτική Ευρώπη προκειμένου να αποκόψει τον από θαλάσσης ανεφοδιασμό των γαλλικών δυνάμεων. Ο Μιαούλης με τον στόλο του κατόρθωσε πολλές φορές να σπάσει τον αποκλεισμό και να μεταφέρει πρώτες ύλες και τρόφιμα στις γαλλικές πόλεις αποκομίζοντας βεβαίως τεράστια χρηματικά οφέλη.

Η Επανάσταση του 1821 τον βρίσκει στο νησί της Ύδρας. Ο Μιαούλης είναι ένας πλούσιος, επιτυχημένος μεσήλικας έμπορος που ζει σε μια ημιαυτόνομη περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι' αυτό και εξ' αρχής τάσσεται εναντίον της Επανάστασης καθώς γνώριζε πως ενδεχόμενη ήττα θα έπληττε τα συμφέροντα του νησιού του και επομένως και του ιδίου. Θα χρειαστεί η δυναμική δράση του Αντώνη Οικονόμου ο οποίος στις 27 του Μάρτη ξεσήκωσε τον λαό και ουσιαστικά εξανάγκασε τους κοτζαμπάσηδες να μπουν στον επαναστατικό χορό. Στις 31 Μαρτίου υπέγραψε τον διορισμό του Οικονόμου ως διοικητή του νησιού ενώ από τις πηγές δεν προκύπτει κάποια ανάμιξη του στην μετέπειτα δολοφονία του - αν και ήταν μάλλον αδύνατο να μην γνωρίζει τα σχέδια των κοτζαμπάσηδων και δεν έκανε τίποτε για να προστατέψει τον προστατέψει.

Στις 20 Ιουλίου με έγγραφο του παραχωρεί τα πλοία του στην διάθεση του Αγώνα ενώ η πρώτη πολεμική του επιχείρηση λαμβάνει χώρα στις 28 Σεπτεμβρίου του 1821 όταν μαζί με Σπετσιώτικα πλοία ναυμαχούν με τον τούρκικο στόλο στο Νιόκαστρο.  Οι Τούρκοι επικρατούν και στις 10 του Οκτώβρη ο Μιαούλης επιστρέφει στην Ύδρα. 

Με την έναρξη του 1822 ο Μιαούλης εκλέγεται ναύαρχος της Ύδρας και ξεκινάει στις 8 του Φλεβάρη για την Ζάκυνθο όπου συναντιέται πλοία των Σπετσών και των Ψαρών. Στις 20 Φεβρουαρίου ο ελληνικός στόλος δίνει την πρώτη μεγάλη κερδοφόρα ναυμαχία του ανοιχτά της Πάτρας αναγκάζοντας τον τουρκικό στόλο σε φυγή. Ο Μιαούλης θεωρείται σχεδιαστής και ψυχή αυτής της σημαντικής νίκης γι' αυτό και αναγνωρίζεται από όλους ως γενικός ναύαρχος όλου του ελληνικού στόλου. Από αυτήν την θέση πια έπλευσε προς το Ναύπλιο όπου νίκησε τον τουρκικό στόλο και βοήθησε με αυτόν τον τρόπο τους Έλληνες που πολιορκούσαν το κάστρο της πόλης. Τελικά στις 30 Σεπτεμβρίου το Ναύπλιο έπεσε στα χέρια των Ελλήνων και ο Μιαούλης ανέλαβε να μεταφέρει τον τούρκικο πληθυσμό του με ασφάλεια στα μικρασιατικά παράλια. 

Δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την καταστροφή της Χίου και των Ψαρών. Όμως στις 29 Αυγούστου 1824 πέτυχε την σημαντικότερη ναυτική νίκη των Ελλήνων κατά την διάρκεια του Αγώνα στον κόλπο του Γέροντα. Στην περίφημη ναυμαχία του Γέροντα ο ενωμένος στόλος Τούρκων και Αιγυπτίων που αριθμούσε 101 πλοία και 50.000 ναύτες έχασε 27 πλοία και αναγκάστηκε να ματαιώσει τα σχέδια του για απόβαση στο νησί της Σάμου. Από εκεί και πέρα ο Μιαούλης συνέχιζε να χτυπάει τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Αιγαίου δεν κατόρθωσε όμως να αποσοβήσει την απόβαση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο. Τον Απρίλιο δεν κατόρθωσε να δώσει βοήθεια στους Έλληνες που βρισκόντουσαν στην Σφακτηρία με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική τους ήττα αλλά λίγες μέρες αργότερα προξένησε φθορές στον Αιγυπτιακό στόλο που βρισκόταν στην Μεθώνη.

Τους πρώτους μήνες του 1826 βασική αποστολή του ναυάρχου Μιαούλη είναι ο ανεφοδιασμός της πόλης του Μεσολογγίου το οποίο πολιορκείται από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ και του Κιουταχή. Τον Γενάρη κατορθώνει να σπάσει τον αποκλεισμό και να εφοδιάσει την πόλη με πολύτιμα τρόφιμα και πολεμοφόδια. Η δεύτερη προσπάθεια ανεφοδιασμού της πόλης δεν καρποφόρησε γεγονός που στάθηκε μοιραίο: στις 5 Απριλίου ο Μιαούλης γράφει στους προκρίτους της Ύδρας "λογαριάστε ως χαμένον το Μεσολόγγι". Μερικές μέρες αργότερα πραγματοποιείται η έξοδος και η πόλη πέφτει στα χέρια των τουρκοαιγυπτίων.

Στις 16 Μαρτίου 1827 αντικαταστάθηκε από τον Άγγλο Κόχραν ο οποίος διορίστηκε από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας ως αρχιναύαρχος του ελληνικού στόλου. Μέλος ο ίδιος της αγγλικής παράταξης, δεν έφερε αντιρρήσεις και περιορίστηκε στην διοίκηση του πλοίου Ελλάς. Με την έλευση του Καποδίστρια, ο Μιαούλης έλαβε και πάλι τον τίτλο του ναυάρχου. Του ανατέθηκε από τον Κυβερνήτη να πατάξει την πειρατεία, αποστολή που έβγαλε εις πέρας μέσα σε μερικού μήνες καθιστώντας ασφαλή για την διεθνή ναυσιπλοΐα τα ελληνικά χωρικά ύδατα. Έπειτα του ανατέθηκε η προάσπιση της Χίου όμως φτάνοντας εκεί τον Γενάρη του 1828 διαπίστωσε το τραγικό της κατάστασης. Ο στόλος του αδυνατούσε να αντιπαρατεθεί με τον τουρκικό και αναγκάστηκε να μεταφέρει τους στρατιώτες που βρισκόντουσαν στο νησί υπό τον Φαβιέρο στα Ψαρά και την Σύρο. 

Τον Μάιο σώνει για δεύτερη φορά την Σάμο νικώντας τον τούρκικο στόλο και αιχμαλωτίζοντας μερικά τούρκικα εμπορικά πλοία τα οποία οδηγήθηκαν ως λάφυρα στην Αίγινα. Τον Μάρτιο του 1829 απέκλεισε τα φρούρια της Ναυπάκτου και του Μεσολογγίου τα οποία αναγκάσθηκαν να παραδοθούν με τον Μιαούλη να εξασφαλίζει την ασφαλή μεταφορά των τούρκικων πληθυσμών στα μικρασιατικά παράλια. Στις 14 Αυγούστου εκλέχτηκε γερουσιαστής πρώτου τμήματος παραιτήθηκε όμως μερικές μέρες αργότερα διαφωνώντας με την πολιτική του Κυβερνήτη ο οποίος αρνούνταν να δώσει αποζημιώσεις στους Υδραίους πλοιοκτήτες. 

Στις 14 του Ιούλη μαζί με τον Κριεζή  κατέλαβαν με 200 Υδραίους ναύτες τον ναύσταθμο στον Πόρο. Ο Μαυροκοδάτος (σε όργανο του οποίου είχε μετατραπεί ο Μιαούλης) προσπάθησε να πείσει και τον Κανάρη να συμμετάσχει στην συνωμοσία ο μπουρλοτιέρης όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Ωστόσο οι επαναστατημένοι δεν βρήκαν την βοήθεια που περίμεναν από τους Γάλλους και τους Άγγλους οι οποίοι τάχθηκαν στο πλευρό της νόμιμης κυβέρνησης και οι στόλοι τους απέκλεισαν τον Πόρο. Στις 1 του Αυγούστου έφτασε και ο ρωσικός στόλος στον Πόρο και απαίτησε την σύλληψη του Μιαούλη. Τότε, μπροστά στον κίνδυνο της σύλληψης και της τιμωρίας ο Μιαούλης καθ' υπόδειξη του Μαυροκορδάτου ανατίναξε την φρεγάτα Ελλάς και ένα μεγάλο αριθμό πλοίων ενώ ο ναύσταθμος σώθηκε χάρη στην γενναία επέμβαση των ανδρών του Κανάρη οι οποίοι πρόλαβαν και έσβησαν τα φιτίλια.

Πρόθεση του Μαυροκορδάτου και του Μιαούλη ήταν προφανώς να κάνουν στάχτη όλο τον ελληνικό στόλο.

Μετά από αυτή τους την πράξη κατέφυγαν στην Ύδρα. 

Παραπέμφθηκαν εν αγνοία τους σε δίκη στην οποία όμως δεν παρουσιάστηκαν ποτέ καθώς παρέμεναν στην ασφάλεια που τους παρείχε το άβατο της Ύδρας. Μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο. Ήταν μέλος της κυβερνητικής επιτροπής η οποία παρέδωσε το στέμμα στο νεαρό βασιλιά Όθωνα ενώ από το βαυαρικό καθεστώς έλαβε πλήθος τιμών και αναγνωρίσεων. 

Πέθανε στις 11 Ιουνίου 1835 και ενταφιάστικε ύστερα από μεγαλειώδη νεκρική ακολουθία σε ακτή του Πειραιά η οποία έκτοτε φέρει το όνομα του ("Ακτή Μιαούλη"). Το 1952 τα οστά του μεταφέρθηκαν στη σχολή Ναυτικών Δοκίμων και από εκεί το 1986 στην γενέτειρα του την Ύδρα. Η καρδιά του φυλάσσεται στο Μουσείο της Ύδρας ενώ ένα μεγάλο πλήθος από αντικείμενα που σχετίζονται με αυτόν όπως η κρήνη που βρισκόταν στο αρχοντικό του και το ακρόπρωρο του πλοίου του Άρης μπορεί να τα δει κανείς στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Το μνημείο

Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία απεικονίζει τον Ανδρέα Μιαούλη σε μεγάλη ηλικία με παχύ μουστάκι, φέσι και γιλέκο. Στην βάση της προτομής αναγράφονται τα λόγια:

ΑΝΔΡΕΑΣ
ΜΙΑΟΥΛΗΣ
1769 - 1835

Η προτομή είναι έργο του Γεώργιου Ζογγόπουλου. Τοποθετήθηκε το 1936.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις

Ο Ανδρέας Μιαούλης υπήρξε μια από τις αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του επαναστατικού αγώνα. Πριν την έναρξη της Επανάστασης στάθηκε αντίθετος στον ξεσηκωμό είτε γιατί πίστευε ότι οι συνθήκες δεν ήταν ακόμα κατάλληλες είτε γιατί σε ενδεχόμενη ήττα αλλά και σε περίπτωση νίκης θα υπήρχε αλλαγή του υπάρχοντος status quo που εν μέρει έδωσε στην οικογένεια του και γενικότερα στους άρχοντες της Ύδρας το μεγάλο οικονομικό τους εκτόπισμα. Είτε το πρώτο ισχύει, είτε το δεύτερο εκ του αποτελέσματος η κίνηση του κρίνεται λανθασμένη αφού όπως αποδείχθηκε οι συνθήκες ήταν οι πλέον κατάλληλες ενώ το εξ' αρχής πνεύμα ανιδιοτέλειας μπορεί να μην ενέπνεε τον ίδιο ενέπνευσε όμως πολλούς άλλους οικονομικά εύπορους συμπατριώτες του όπως η Μαντώ Μαυρογένους, ο Παππάς και η Δόμνα Βισβίζη. 

Ο ξεσηκωμός της Ύδρας οφείλεται καθαρά στον Οικονόμου ο οποίος ξεσήκωσε τον λαό του νησιού υπό την πίεση του οποίου αναγκάστηκαν να επαναστατήσουν και οι κοτζαμπάσηδες. Η δολοφονία του Οικονόμου αφήνει μια ακόμα σκιά στην πορεία του Μιαούλη: οι πηγές δεν αναφέρουν καμιά ανάμειξη του στην εν λόγω δολοφονία όμως δεν είναι δυνατόν να μην γνώριζε αυτός - αρχηγός μιας εκ των επιφανέστερων οικογενειών του νησιού - την συνωμοσία εναντίον του πρωτεργάτη της Υδραίικης επανάστασης. Μπορεί να μην συμμετείχε στην δολοφονία ωστόσο δεν έκανε τίποτε για να την αποτρέψει - αν φυσικά το γνώριζε, κάτι που δεν αναφέρεται πουθενά στις πηγές ωστόσο φαντάζει μάλλον αδύνατο δεδομένης της κοινωνικής του θέσης και της επιρροή του στο νησί.

Από την στιγμή που μπήκε στον Αγώνα, επέδειξε τρομερή ανδρεία και πέτυχε σπουδαίες νίκες οι οποίες εν πολλοίς έκριναν την πορεία του. Σημαντικότερη επιτυχία του βέβαια υπήρξε η νίκη στη ναυμαχία του Γέροντα όπου σώθηκε η Σάμος από την καταστροφή. Μπορεί εν τέλει το νησί να μην ενσωματώθηκε στο κορμό του ελεύθερου ελληνικού κράτους (δόθηκε ως αντάλλαγμα για την Εύβοια) όμως η νίκη στον Γέροντα διατήρησε την ελληνικότητα του. Και βεβαίως έκαμψε το ηθικό του τούρκικου στόλου που δεν τόλμησε να πλησιάσει την Ύδρα και τις Σπέτσες. Σημαντικότατη επιτυχία επίσης ήταν ο ανεφοδιασμός του Μεσολογγίου που αναπτέρωσε το ηθικό των πολιορκημένων και επέτεινε την πολιορκία κατά τρεις μήνες περίπου καθυστερώντας τον Ιμπραήμ και τον Κιουταχή. Και αν κατόρθωνε να πετύχει και τον τελευταίο ανεφοδιασμό, ίσως η ιστορία να είχε γραφτεί διαφορετικά. Τόσο σημαντική ήταν για τους πολιορκημένους Μεσσολογγίτες η συνεισφορά του Μιαούλη που έδωσαν το όνομα του σε έναν από τους 23 προμαχώνες της πόλης.

Τα κατορθώματα του στις θάλασσες υπήρξαν σπουδαία και βοήθησαν έμπρακτα την επανάσταση σε όλος το μήκος και πλάτος του ελληνικού χώρου - από την Πάτρα και την Σφακτηρία μέχρι την Σάμο, την Μυτιλήνη και το Ναύπλιο. Η πολιτική του όμως τοποθέτηση υπήρξε καταστροφική για τον τόπο και άπλωσε μια μεγάλη σκιά πάνω από την ένδοξη μορφή του. Γιατί πίστεψε στα λόγια και τις πολιτικές του Μαυροκορδάτου και ύστερα από δικιά του παραίνεση κατέστρεψε τον ελληνικό στόλο στον Πόρο ως πράξη αντίστασης εναντίον του Καποδίστρια. Στην πραγματικότητα ήταν μια πράξη που στρεφόταν εναντίον του Κυβερνήτη, εναντίον της περιουσίας του ελληνικού λαού και εναντίον της πατρίδας για την ελευθερία της οποίας και αυτός είχε δώσει δεκάδες αγώνες με κόπους και θυσίες.

Ο Μιαούλης θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα του Κανάρη ο οποίος έβαλε πάνω από κάθε συμφέρον αυτό της πατρίδας του: αντιθέτως, ακολούθησε την πολιτική των Άγγλων και του Μαυροκορδάτου και έγινε όργανο τους καταστρέφοντας τον ελληνικό στόλο πατέρας του οποίου ουσιαστικά ήταν ο ίδιος. Και η πράξη του γίνεται ακόμα πιο άσχημη αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι ο Καποδίστριας τον ευνόησε και τον ευεργέτησε κάνοντας τον μέλος της Γερουσίας, επαναφέροντας τον στο αξίωμα του ναυάρχου (ενώ οι Άγγλοι προηγουμένως τον είχαν διώξει βάζοντας στην θέση του τον Κόχραν) και δίνοντας στον γιο του εθνική γη στο Ναύπλιο. Έτσι, πέρα από την προδοσία προς την πατρίδα του ο Μιαούλης φάνηκε αχάριστος και ως άνθρωπος απέναντι σε αυτόν που τον ευεργέτησε.

Όπως ήταν φυσικό το οθωνικό καθεστώς τον τίμησε δεόντως (εξάλλου σε αυτόν εν μέρει όφειλε την παρουσία του στην Ελλάδα). Ωστόσο ο ίδιος ο Μιαούλης που όπως φαίνεται μέσα στην καρδιά του ποτέ δεν έπαψε να είναι ο θαλασσόλυκος εκείνος που έκαιγε οθωμανικές φρεγάτες υπέρ της ελευθερίας΄, βασανιζόταν από τις τύψεις. Είχε ομολογήσει αυτή του την μεταμέλεια στον Σπυρίδωνα Τρικούπη και σώζει αυτή του την μαρτυρία ο Νικόλαος Δραγούμης σύμφωνα με τον οποίο ο Μιαούλης είπε στον Τρικούπη "Αν σε είχα σιμά μου εις τον Πόρον να με συμβουλεύσης όταν αποφάσισα να καύσω την φρεγάτα δεν θα την έκαια".

Ψιλά γράμματα στα μεγάλα κεφάλαια της Ιστορίας...

Πως θα πάμε

Η προτομή του Ανδρέα Μιαούλη όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.

Διαβάστε για τον Ανδρέα Μιαούλη Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV, V
Δείτε φωτογραφίες από την προτομή εδώ

Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή της Μαντώς Μαυρογένους στο Πεδίο του Άρεως

Επόμενη στάση στην διαδρομή μας στην οδό των ηρώων στο Πεδίο του Άρεως είναι η προτομή της καπετάνισσας από την Μύκονο, της Μαντώς Μαυρογένους.

Μεριά στοιχεία για την Μαντώ Μαυρογένους

Η Μαντώ Μαυρογένους γεννήθηκε το 1796 (κατά άλλους το 1797) στην Τεργέστη. Προερχόταν από εύπορη αστική οικογένεια. Ο πατέρας της Νικόλαος Μαυρογένης υπήρξε σπουδαίος έμπορος της εποχής ενώ ο θείος της που ονομαζόταν και αυτός Νικόλαος Μαυρογένης υπήρξε δραγουμάνος του τουρκικού στόλου και ηγεμόνας της Βλαχίας. 

Η αστική της προέλευση και η μεγάλη οικονομική δυνατότητα της οικογένειας της που αυτή συνεπαγόταν, της έδωσε τη δυνατότητα να λάβει μια πολύπλευρη μόρφωση. Γνώριζε άπταιστα τα γαλλικά, τα ιταλικά και τα τούρκικα. Το 1820 σε ηλικία 24 ετών μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον θείο της παπα - Μαύρο ενώ και ο πατέρας της ήταν μέλος της Εταιρείας. Το ξέσπασμα της Επανάστασης την βρίσκει στην Μύκονο η οποία ήταν ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας της.

Εκεί η Μαντώ αρχίζει να οργανώνει τον αγώνα ξεσηκώνοντας τους κατοίκους του νησιού. Εξοπλίζει έξι καράβια με τα οποία προσπαθεί να χτυπήσει την πειρατεία και τους Τούρκους. Συγκροτεί επίσης ένα σώμα πεζικού το οποίο αποτελούνταν από 16 λόχους των 50 ανδρών (800 άνδρες) και με αυτό συμμετέχει σε διάφορες πολεμικές επιχειρήσεις στην Κάρυστο, το Πήλιο και την Λιβαδειά. Το στρατιωτικό σώμα καθώς και τον στόλο των έξι καραβιών τον συντηρεί μόνη της με τα λεφτά της πατρικής της περιουσίας.

Ξένοι ιστορικοί και περιηγητές που βρέθηκαν στην Ελλάδα περιγράφουν την Μαντώ ως μια γυναίκα με πολύ όμορφα χαρακτηριστικά, επιβλητική και γενναία να βρίσκεται πάντα μέσα στον καπνό της μάχης μαζί πλάι στα παλικάρια της. Αντιθέτως, Έλληνες ιστορικοί δεν κάνουν λόγο για ενεργό συμμετοχή της Μαντώς στις μάχες. Η προσωπικότητα της πάντως ενέπνευσε πολλούς ποιητές ο οποίοι έγραψαν ποιήματα γι ' αυτήν ενώ ο ζωγράφος Adam Fiedel δημιούργησε την προσωπογραφία της η οποία κυκλοφόρησε στην Αγγλία και την Γαλλία.

Με την λήξη της Επανάστασης εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο. Εκεί φέρεται να ήρθε σε σχέση με τον Δημήτριο Υψηλάντη. Ο Καποδίστριας αναγνώρισε την προσφορά της Μαντώς στον Αγώνα, της χορήγησε μια μικρή σύνταξη και της έδωσε τον βαθμό του επίτιμου αντιστρατήγου - μοναδική τιμή για γυναίκα. Επίσης της ανέθεσε και την εποπτεία του Ορφανοτροφείου που δημιούργησε στην Αίγινα.

Μετά τον θάνατο του Καποδίστρια και του Δ. Υψηλάντη, η θέση της Μαντώς έγινε πολύ δύσκολη. Κατατρεγμένη από τον πολιτικό αντίπαλο του Καποδίστρια και του Υψηλάντη Ιωάννη Κωλέττη αναγκάστηκε να φύγει από το Ναύπλιο και πάμπτωχη όπως ήταν - αφού είχε δώσει όλη της την περιουσία υπέρ του αγώνα - κατέφυγε σε συγγενείς της στην Πάρο. Εκεί κατέληξε το 1840 από τυφοειδή πυρετό. Το κράτος αναγνωρίζοντας την τελευταία στιγμή την προσφορά της Μαντώς την κήδεψε δημοσία δαπάνη στον περίβολο του ναού της Παναγίας Εκατονταπυλιανής.

Πέρα από την πολεμική της δράση η Μαντώ βοήθησε τον Αγώνα και με τις επιστολές της προς το εξωτερικό όπου απευθυνόταν στις γυναίκες της Γαλλίας και της Αγγλίας επιχειρηματολογώντας υπέρ των δικαίων του Αγώνα.

Το μνημείο

Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία παρουσιάζει την Μαντώ Μαυρογένους σε νεαρή ηλικία. Έχει σπαστά μαλλιά και στην βάση αναγράφονται τα λόγια:

ΜΑΝΤΩ 
ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ
1796 - 1840

Η προτομή είναι έργο του Νίκου Κουβαρά. Τοποθετήθηκε το έτος 1936.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις

Η Μαντώ Μαυρογένους αποτελεί μια τραγική μορφή του Αγώνα. Προερχόμενη από την αστική τάξη, με βαθιά πλούτη και σπουδαία μόρφωση, είχε όλες τις δυνατότητες να ζήσει μια ζωή ήρεμη μέσα στα πλούτη και την χλιδή, με υπηρέτες να την υπηρετούν και νέους αριστοκρατικής καταγωγής από όλη την Ευρώπη να την διεκδικούν για νύφη τους. Φαίνεται όμως ότι μια τέτοια ζωή δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία της.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση ήταν μόλις 25 ετών. Κι όμως δεν δίστασε να εξοπλίσει καράβια και να δημιουργήσει ένοπλο σώμα προκειμένου να βοηθήσει τον κοινό σκοπό για απελευθέρωση. Ήταν τόσο μεγάλη η ανιδιοτέλεια της αλλά και η δοτικότητα της στον Αγώνα, που δεν κράτησε τίποτε για τον εαυτό της, τίποτε που να εξασφαλίζει οικονομικά  το μέλλον της. Από πολλούς ιστορικούς αμφισβητείται η παρουσία της σε μάχες ωστόσο οι περισσότεροι ξένοι ιστορικοί την παρουσιάζουν στην πρώτη γραμμή να πολεμάει πλάι στα παλικάρια. Είναι πραγματικά μια πολύ ρομαντική εικόνα για τους Ευρωπαίους του 19ου αιώνα μια νέα και όμορφη Ελληνοπούλα να πολεμάει τον κατακτητή. Φαίνεται λοιπόν λογικό το γεγονός ότι για χάρη της γράφτηκαν βιβλία και ποιήματα και τραγούδια από πολλούς Ευρωπαίους.

Με την λήξη της Επανάστασης το ελληνικό κράτος της φέρθηκε όπως φέρθηκε και στην πλειοψηφία των αγωνιστών. Ο Κωλέττης την εκδίωξε από το Ναύπλιο και αναγκάστηκε να φύγει για την Πάρο ανύπαντρη, μόνη και πάμπτωχη. Ο θάνατος του αγαπημένου της Δημήτρη Υψηλάντη με τον οποίον την ένωσαν πέρα από την αγάπη και τον έρωτα τα κοινά φιλελεύθερα και ανιδιοτελή αισθήματα υπέρ του Αγώνα , φαίνεται ότι επιδείνωσε ακόμα περισσότερο την κατάστασή της.

Πέθανε μόνη και λησμονημένη από το επίσημο ελληνικό κράτος για την δημιουργία του οποίου είχε δώσει όλης της την περιουσία καθώς και τα ομορφότερα της χρόνια. 

Πως θα πάμε

Η προτομή της Μαντώς Μαυρογένους όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.

Διαβάστε για την Μαντώ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV, V, VI
Δείτε φωτογραφίες από την προτομή εδώ

Από την ζωή της Μαντώς εμπνεύστηκαν πολλοί καλλιτέχνες μεταξύ αυτών και άνθρωποι που ασχολήθηκαν με τον κινηματογράφο. Το 1971 κυκλοφόρησε η ταινία "Μαντώ Μαυρογένους" σε σκηνοθεσία των Κώστα Καραγιάννη (έγραψε και το σενάριο) και Νίκου Καμπάνη. Την Μαντώ ενσάρκωσε η Τζένη Καρέζη.


Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή του Νικόλαου Κριεζώτη στο Πεδίο του Άρεως

Συνεχίζοντας την διαδρομή μας στο Πεδίο του Άρεως των Αθηνών, σήμερα θα δούμε την προτομή του οπλαρχηγού από την Εύβοια Νικόλαου Κριεζώτη.

Μερικά στοιχεία για το Νικόλαο Κριεζώτη 

Ο Νικόλαος Κριεζώτης γεννήθηκε το 1785 στο χωριό Βίρα της επαρχίας της Καρύστου στη νότια Εύβοια. Το επίθετο του ήταν Χαραχλιάνης λόγω όμως του γεγονότος ότι διέμεινε για ένα διάστημα μαζί με την οικογένεια του στα Κριεζά πήρε το όνομα Κριεζώτης. Από πολύ μικρός έδειξε τον ιδιαίτερα ατίθασο χαρακτήρα του. Μην μπορώντας τα γράμματα και την ζωή του βοσκού στην Εύβοια μπάρκαρε για την Μικρά Ασία ψάχνοντας μια καλύτερη τύχη. Μια συμπλοκή όμως που είχε με Τούρκο αξιωματούχο γρήγορα τον οδήγησε στην φυλακή.

Πριν την έκρηξη της Επανάστασης κατόρθωσε να αποδράσει και με μια στάση στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) όπου μυήθηκε στην Εταιρεία από έναν μοναχό έφτασε στην Εύβοια. Εκεί εντάχθηκε στην υπηρεσία του οπλαρχηγού Γοβιού (ή Γοβγίνα) και πήρε μέρος στη μάχη των Βρυσακίων τον Ιούλιο του 1821. Ήταν τόσο μεγάλη η ανδρεία που επέδειξε σε εκείνη την μάχη που γρήγορα ονομάστηκε οπλαρχηγός. Με δικό του σώμα πια έλαβε μέρος σε μια σειρά μαχών εναντίον του Ομέρ Μπέη της Καρύστου και του Γιουσούφ Πασά με σημαντικότερη όλων την νικηφόρα μάχη των Στύρων στις 11 Ιανουαρίου 1822. Όταν ο Γοβγίνας αποφάσισε να στραφεί εναντίον του κάστρου της Χαλκίδας, όρισε με την σύμφωνη γνώμη όλων των πολεμιστών (δια βοής) τον Κριεζώτη ως αρχηγό των επαναστατικών δυνάμεων της Καρυστίας. Με τον θάνατο του Γοβγίνα στην δεύτερη μάχη των Στύρων, ο Κριεζώτης γίνεται ουσιαστικά ο απόλυτος αρχηγός των επαναστατικών δυνάμεων όλου του νησιού.

Το Μάιο του 1823 ξεκίνησε την πολιορκία του φρουρίου της Καρύστου όμως η μεγάλη δύναμη που είχαν συγκεντρώσει σε αυτό οι Τούρκοι τον ανάγκασε να την λύσει σύντομα. Αποτραβήχτηκε με ελάχιστους πολεμιστές στο μοναστήρι της Χιλιαδούς και από εκεί πέρασε πρώτα στην Σκύρο και έπειτα στην Σκόπελο και τα Ψαρά αναζητώντας αγωνιστές. Επέστρεψε αργότερα στην Εύβοια και πολέμησε με ένα μικρό σώμα υπό τις διαταγές του Οδυσσέα Ανδρούτσου που είχε οριστεί γενικός αρχηγός της περιοχής. Εκείνη την περίοδο προσβλήθηκε από μεταδιδόμενη ασθένεια και αναγκάστηκε να ιδιωτεύσει για ένα διάστημα στην Κέα. Επέστρεψε για να λάβει μέρος τον εμφύλιο πόλεμο στο πλευρό των κυβερνητικών το 1824 ενώ τον Απρίλη του 1825 συμμετείχε στην μάχη της Άμπλιανης υπό τον Γκούρα.

Το 1826 οργάνωσε αποστολή στην Συρία προκειμένου να ξεσηκώσει τους εκεί χριστιανούς εναντίον του Σουλτάνου και να δημιουργήσει έναν αντιπερισπασμό για την ελληνική επανάσταση στα νώτα των Τούρκων. Το εγχείρημα του απέτυχε καθώς δεν βρήκε υποστήριξη από τον ντόπιο πληθυσμό και επέστρεψε στην Στερεά Ελλάδα όπου πολέμησε στο πλευρό του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Συμμετείχε στις μάχες στο Χαϊδάρι και τα Λιόσια ενώ μετά τον χαμό του φρούραρχου της Ακρόπολης Γιάννη Γκούρα ορίστηκε ο ίδιος φρούραρχος του Βράχου. Τη νύχτα της 12ης Οκτωβρίου 1826 κατόρθωσε με 300 άνδρες να σπάσει τον τούρκικο κλοιό και να ανεβεί στην πολιορκημένη Ακρόπολη την οποία υπερασπίστηκε με σθένος μέχρι την καταστροφή των ελληνικών δυνάμεων στον Ανάλατο και την παράδοση της στον Κιουταχή. 

Με την έλευση του Καποδίστρια διορίστηκε χίλιαρχος και έλαβε μέρος σε όλες τις μάχες που δόθηκαν στην Ανατολική Στερεά υπό τον Δημήτρη Υψηλάντη και τον Γάλλο στρατηγό Μαιζών. Μεταξύ αυτών και η μάχη της Πέτρας, η τελευταία μάχη της ελληνικής Επανάστασης. Μετά την δολοφονία του Καποδίστρια ο Όθων προσπάθησε να τον προσεταιριστεί δίνοντας του βαθμούς και αξιώματα σύντομα όμως τον παραμέρισε όπως και όλους τους αγωνιστές. Ο Κριεζώτης ήταν από τα εξέχοντα μέλη της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου η οποία ζητούσε Σύνταγμα από τον βασιλιά και βοήθησε τους επαναστάτες καταλαμβάνοντας το φρούριο της Χαλκίδας. Μετά την παραχώρηση Συντάγματος, εξελέγη βουλευτής Εύβοιας και συνέχισε την αντιδυναστική του δράση αυτή την φορά από τα έδρανα της Βουλής. Γι' αυτόν τον λόγο συνελήφθη και φυλακίστηκε στην Χαλκίδα το 1847 κατόρθωσε όμως να αποδράσει και να κηρύξει ανοιχτά πλέον επανάσταση εναντίον του Όθωνα. 

Οχυρώθηκε στο φρούριο της Χαλκίδας στην τοποθεσία Βασιλικά όμως σύντομα ο Όθωνας έστειλε δυνάμεις οι οποίες κατόρθωσαν να πνίξουν την επανάσταση. Ο Κριεζώτης τραυματισμένος στο αριστερό του χέρι (το οποίο έκοψε ο ίδιος από τον βραχίονα και κάτω για να αποφύγει την μόλυνση) πέρασε από την Κύμη στα Ψαρά και από εκεί στην Μικρά Ασία. Η γενική αμνηστία που παραχωρήθηκε αργότερα από τον Όθωνα στους επαναστάτες εξαιρούσε τον Κριεζώτη ο οποίος έλαβε πολιτικό άσυλο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και έζησε στην Σμύρνη μέχρι το τέλος του στις 12 Φεβρουαρίου 1853.

Κηδεύτηκε στο προαύλιο του ναού της Αγίας Φωτεινής με τον ελληνισμό της πόλης να παρακολουθεί σύσσωμος την κηδεία του. Μετά την έξωση του Όθωνα ο Δήμος Χαλκιδέων κατόρθωσε να πετύχει την ανακομιδή των οστών του αγωνιστή τα οποία τοποθετήθηκαν στις 13 Οκτωβρίου 1863 στην μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Μύτικα. Σήμερα φυλάσσονται στην βάση του αγάλματος του που υπάρχει στην πλατεία ηρώων στην Χαλκίδα.

Το μνημείο

Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία αναπαριστά το Νικόλαο Κριεζώτη σε ώριμη ηλικία. Φοράει στο κεφάλι φέσι, το κλασσικό πολεμικό γιλέκο του 21΄ και φέρει μουστάκι. Στην βάση της προτομής αναγράφεται:

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΡΙΕΖΩΤΗΣ
1785 - 1853


Στο πλάι αναγράφονται τα λόγια:


Σ. ΤΡΙΑΝΤΗΣ 1984 
ΜΑΡ/ΓΛΥΠΤΗΣ Θ. ΚΑΡΔΑΜΗΣ

γλύπτης της προτομής λοιπόν είναι ο Στέλιος Τριάντης και μαρμαρογλύπτης ο Θ. Καρδάμης. Τοποθετήθηκε το 1984.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις

Ο Νικόλαος Κριεζώτης υπήρξε μοναδική περίπτωση Έλληνα αγωνιστή με μια ζωή άκρως πολυτάραχη. Από μικρός υπήρξε ουσιαστικά καταδιωκόμενος αφού κυνηγήθηκε από την άρχουσα τούρκικη τάξη και κλείστηκε στις φυλακές. Δεν μπόρεσε να στεριώσει στην Εύβοια και ταξίδεψε σε μικρή ηλικία στην Μικρά Ασία (στην Κιουτάχεια συγκεκριμένα) ένα ταξίδι αρκετά μακρινό για τα τότε δεδομένα. Όντας πονηρός και εύκαμπτος, κατόρθωσε να ξεγελάσει τους φρουρούς του και να αποδράσει και από εκεί να διασχίσει όλη την Μικρασία και να βρεθεί στην Εύβοια για να ζωστεί τα άρματα υπέρ της πατρίδας.

Η γρήγορη εξέλιξη του στους στρατιωτικούς βαθμούς (μην ξεχνάμε ότι είχε ταπεινή καταγωγή και έλειπε χρόνια από το νησί) οφείλεται καθαρά στην ανδρεία που έδειχνε στα πεδία των μαχών. Πολέμησε πράγματι σε πολλές μάχες εναντίον των Οθωμανών μαύρη σελίδα όμως στην ιστορία του όπως και σε πολλών ακόμα αγωνιστών αποτελεί η συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο.

Πεδίο δράσης του ήταν ο ένοπλος αγώνας. Με τον Καποδίστρια φαίνεται να τα πήγαινε καλά, με την οθωνική διοίκηση όμως δεν έκανε χωριό. Φύσει αντιμοναρχικός, αυτός ο αγράμματος πολεμιστής των βουνών όχι μόνο κατέλαβε το φρούριο της Χαλκίδας αλλά και οργάνωσε ένοπλο στρατό εναντίον του Όθωνα. Αυτό η Βαυαρική δεσποτεία δεν του το συγχώρεσε ποτέ και δεν επέτρεψε ούτε τα κόκαλα του να επιστρέψουν από την Σμύρνη όταν πια είχε πεθάνει.

Το πόσο άφοβος ήταν το μαρτυρά η πολεμική του ιστορία: πολέμησε στην Κάρυστο και ολόκληρη την Εύβοια, στην τελευταία μάχη της Επανάστασης στην Πέτρα της Βοιωτίας ενώ υπερασπίστηκε γενναία την Ακρόπολη όταν αυτή πολιορκούνταν από τον Κιουταχή. Λέγεται πως μετά την ήττα στον Ανάλατο και την αναγκαστική παράδοση του φρουρίου στους Τούρκους, αυτός αρνήθηκε να παραδώσει το μνημείο και οι στρατιώτες του αναγκάστηκαν να τον απομακρύνουν δεμένο από τον Βράχο. Το πόσο άφοβος ήταν φαίνεται επίσης από το γεγονός ότι έφτασε μέχρι την Συρία για να ξεσηκώσει τους εκεί χριστιανούς προκειμένου να δημιουργηθεί αντιπερισπασμός. Μάλιστα επειδή δεν είχε άδεια από την Διοίκηση γι' αυτήν την αποστολή, κατηγορήθηκε για τυχοδιωκτισμό και λαφυραγωγία.

Μπορεί να πέθανε εξόριστος, μακριά από την πατρίδα για την οποία πολέμησε χρόνια ολόκληρα με το σπαθί στο χέρι (υπολογίζεται ότι έλαβε μέρος σε πάνω από σαράντα μάχες!) το ελληνικό κράτος όμως μετά την έξωση του Όθωνα επανέφερε τα οστά του και τον τίμησε με προτομές και ανδριάντες ενώ δρόμοι της Εύβοιας και όχι μόνο φέρουν το όνομά του.


Πως θα πάμε

Η προτομή του Νικόλαου Κριεζώτη όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.

Διαβάστε για το Νικόλαο Κριεζιώτη Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV, V
Φωτογραφίες από την προτομή εδώ

Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο Πεδίο του Άρεως

Συνεχίζουμε την διαδρομή μας στο πάρκο του Πεδίου του Άρεως και στην οδό με της προτομές των ηρώων της Επανάστασης. Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε την προτομή του αρχιστράτηγου της ελληνικής Επανάστασης Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Μερικά λόγια για τον Κολοκοτρώνη

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε κυνηγημένος από τους Οθωμανούς κάτω από ένα δέντρο στο Ραμαβούνι της Μεσσηνίας. Η καταγωγή του ήταν από το Λιμποβίσι της Αρκαδίας. Εκεί είχε καταφύγει ήδη από τον 16ο αιώνα ο γενάρχης της οικογένειας των Κολοκοτρωναίων Τριανταφυλλάκος Τσεργίνης. Σταδιακά το επίθετο Τσεργίνης άλλαξε στο αρβανίτικο Μπιθέγκουρας το οποίο στη συνέχεια μεταφράστηκε επακριβώς στα ελληνικά "Κολοκοτρώνης" (αυτός δηλαδή που έχει οπίσθια μεγάλα σαν κοτρόνα). 

Οι Κολοκοτρωναίοι υπήρξαν οικογένεια κατ ' εξοχήν αντάρτικη έχοντας στην "σύνθεση" της πολλά μέλη που υπηρέτησαν σε ομάδες κλεφτών και αρματωλών. Ο πατέρας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, πήρε μέρος στην εξέγερση εναντίον των Τούρκων που υποκινήθηκε από την Μεγάλη Αικατερίνη (η εξέγερση έμεινε στην ιστορία ως Ορλοφικά) και σκοτώθηκε από τους Τούρκους μαζί με τους δυο αδερφούς του στον πύργο της Καστάνιτσας. Έτσι λοιπόν, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μεγάλωσε ορφανός από πατέρα στο χωριό της μητέρας του την Αλωνίσταινα.

Από πολύ μικρή ηλικία εντάχτηκε στις κλέφτικες ομάδες της Πελοποννήσου ενώ το 1805 συμμετείχε ως κουρσάρος στις επιχειρήσεις του ρώσικου στόλου εναντίον του τουρκικού. Το 1806 βγαίνει σουλτανικό φιρμάνι το οποίο ζητά την φυσική του εξόντωση (είχε προηγηθεί αντίστοιχη διαταγή και το 1802) και ο Κολοκοτρώνης αναγκάζεται ύστερα από μια περιπετειώδη καταδίωξη στα βουνά του Μοριά όπου προσπαθεί να ξεφύγει από τους Τούρκους αλλά και από τους Έλληνες συνεργάτες τους να καταφύγει αρχικά στα Κύθηρα (τα οποία βρισκόντουσαν υπό ρωσική κατοχή) και έπειτα στην Ζάκυνθο όπου έφτασε στις 10 Απριλίου 1806. Εκεί πληροφορείται για τον αφορισμό του από το Πατριαρχείο. 

Στην Ζάκυνθο ήρθε σε επαφή με άλλους κλέφτες της Ρούμελης και του Μοριά αλλά και Σουλιώτες και όλοι μαζί στείλανε επιστολή στον Τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Β΄ με την οποία του ζητούσαν να συνδράμει για την ελευθερία της Ελλάδας από τον οθωμανικό ζυγό. Οι Ρώσοι τότε πρότειναν στους εξόριστους Έλληνες να λάβουν μέρος στους Ναπολεόντειος πολέμους στο πλευρό της Ρωσίας ο Κολοκοτρώνης όμως αρνήθηκε. Στη Ζάκυνθο έζησε 15 χρόνια. Όταν το νησί πέρασε στην αγγλική κατοχή, κατατάχτηκε στον αγγλικό στρατό σε σώμα Ελλήνων εθελοντών φτάνοντας μέχρι τον βαθμό του ταγματάρχη. Η θητεία του στον αγγλικό στρατό του έδωσε μεγάλη εμπειρία στα στρατιωτικά θέματα την οποία θα χρησιμοποιούσε αργότερα στα πεδία μαχών της επανάστασης. 

Το 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία. Ένα χρόνο αργότερα έχασε την γυναίκα του Κατερίνα. Στις 3 Ιανουαρίου του 1821 έφυγε από την Ζάκυνθο και μεταμφιεσμένος σε καλόγερο αποβιβάστηκε τρεις μέρες μετά στις ακτές της Μάνης. Εκεί φιλοξενήθηκε μυστικά στον πύργο του Μούρτζινου μέχρι τον Μάρτη του ίδιου χρόνου όταν μαζί με τον μπέη της Μάνης Πέτρο Μαυρομιχάλη (Πετρόμπεης) σήκωσε το λάβαρο της Επανάστασης μπαίνοντας στις 23 του Μάρτη επικεφαλής των επαναστατών στην πόλη της Καλαμάτας.

Μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας ο Κολοκοτρώνης πρότεινε την κατάληψη της Τριπολιτσάς η οποία ήταν το στρατιωτικό και οικονομικό κέντρο των Οθωμανών στον Μοριά. Γρήγορα χιλιάδες επαναστάτες άρχισαν να μαζεύονται γύρω από την Τρίπολη σφίγγοντας τον κλοιό γύρω από την πόλη: οι Τούρκοι μαζί με τις ενισχύσεις του Κεχαγιάμπεη προσπάθησαν να λύσουν την πολιορκία όμως οι Έλληνες με μια σειρά νικών σημαντικότερη εκ των οποίων ήταν η νίκη στην μάχη του Βαλτετσίου στις 14 του Μάη κατόρθωσαν να αποκλείσουν τους Τούρκους μέσα στην πόλη. Μια πόλη που τελικά έπεσε στα ελληνικά χέρια στις 23 του Σεπτέμβρη. Την άλωση ακολούθησε γενική σφαγή του οθωμανικού και εβραϊκού στοιχείου της πόλης.

Η άλωση της Τριπολιτσάς ήταν το πρώτο μεγάλο κατόρθωμα του Κολοκοτρώνη. Αμέσως έστρεψε την προσοχή του στην Πάτρα όμως ο Ζαΐμης με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό φοβούμενοι την συνεχόμενη αύξηση της δημοτικότητας του Κολοκοτρώνη δήλωσαν πως μπορούσαν να διώξουν τους Τούρκους μόνοι τους. Ο Κολοκοτρώνης έφτασε τελικά στην Πάτρα η δύναμη όμως που του δόθηκε ήταν μικρή - μόλις 600 άνδρες - με αποτέλεσμα να απογοητευτεί και να λύσει την πολιορκία.

Το καλοκαίρι του 1822 μια νέα στρατιά απειλούσε την Επανάσταση. Ήταν η στρατιά του Δράμαλη Πασά ο οποίος έχοντας λάβει από τον Σουλτάνο τον τίτλο του Σερασκέρη (αρχιστράτηγος) ξεκινούσε από την Λάρισα για να κυριεύσει την Τρίπολη και να πατάξει κάθε εστία αντίστασης στην Πελοπόννησο. Ο Δράμαλης πέρασε τον Ακροκόρινθο και έφτασε στον κάμπο του Άργους χωρίς αντίσταση μιας και οι ελληνικές δυνάμεις μόνο στην θέα του στρατεύματος του το έβαζαν στα πόδια. Ο Κολοκοτρώνης τότε σκέφτηκε ένα ευφυές σχέδιο προκειμένου να αποκλείσει τον Δράμαλη στον αργολικό κάμπο και να τον αναγκάσει σε υποχώρηση στην Κόρινθο: αρχικά επάνδρωσε το φρούριο του Άργους με 700 πολεμιστές υπό τον Δημήτρη Υψηλάντη. Αυτοί καθυστέρησαν τον Δράμαλη αρκετές μέρες μέχρις ότου οι πολεμιστές του Κολοκοτρώνη κάψουν εντελώς τα σιτάρια του αργολικού κάμπου. Έτσι ο Δράμαλης έμεινε απομονωμένος σε μια έρημη κοιλάδα με έναν τεράστιο στρατό ο οποίος δεν είχε δυνατότητα ανεφοδιασμού μιας και ο τούρκικος στόλος βρισκόταν στην Πάτρα και ο αργολικός κάμπος ήταν έρημος. Η μόνη λύση ήταν η επιστροφή στην Κόρινθο. Θέλοντας όμως να παραπλανήσει τους Έλληνες έστειλε τον χριστιανό γραμματέα του ο οποίος του ενημέρωσε τάχα φιλικά ότι ο τούρκικος στρατός θα προχωρούσε προς την Τρίπολη.

Ο Κολοκοτρώνης δεν έπεσε θύμα του τούρκικου τεχνάσματος και περίμενε τον στρατό του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων. Εκεί μαζί με μερικούς ακόμα χιλιάδες Έλληνες διέλυσε την τούρκικη στρατιά του Δράμαλη γράφοντας την ενδοξότερη σελίδα της Επανάστασης. Οι νεκροί Τούρκοι υπολογίζονται σε 5.000 ενώ όσοι επέζησαν της μάχης βρήκαν αργότερα τον θάνατο από τη πείνα και τις κακουχίες στην Κόρινθο. Μεταξύ των νεκρών από τις κακουχίες και ο ίδιος ο Δράμαλης Πασάς.

Μετά την μεγάλη νίκη στα Δερβενάκια ο Κολοκοτρώνης ονομάστηκε αρχιστράτηγος και ψηφίστηκε αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού με πρόεδρο τον Μαυροκορδάτο. Οι πολιτικοί ωστόσο, θορυβημένοι από την άνοδο και τις συνεχείς επιτυχίες του Κολοκοτρώνη προσπάθησαν να τον μειώσουν: στην Β΄ Εθνοσυνέλευση που έγινε στο Άστρος απένειμαν τον τίτλο του στρατηγού σε ακόμα 50 (!!!!) άτομα με σκοπό να μειώσουν το αξίωμα του Κολοκοτρώνη ενώ καταργήθηκε και η πελοποννησιακή Γερουσία ψυχή της οποίας ήταν ο Κολοκοτρώνης. Τότε παραιτήθηκε από το αξίωμα του αντιπροέδρου και ήρθε σε ρήξη με τον Μαυροκορδάτο. Δημιουργήθηκαν δυο κυβερνήσεις μια υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στην Τρίπολη και άλλη μια υπό τον Κουντουριώτη στο Κρανίδι όπου είχαν καταφύγει οι αντίπαλοι του Κολοκοτρώνη. Οι πολιτικοί τελικώς πέτυχαν να καταλάβουν την Τριπολιτσά και ο Κολοκοτρώνης δέχτηκε να παραδώσει το Ναύπλιο το οποίο υπεράσπιζε ο γιος του Πάνος με αντάλλαγμα την χορήγηση γενικής αμνηστίας.

Στην δεύτερη φάση του εμφυλίου οι κυβερνητικοί δολοφόνησαν τον γιο του Πάνο. Ο Κολοκοτρώνης απογοητευμένος και  συγκλονισμένος από τα γεγονότα αναγκάστηκε να παραδοθεί στους κυβερνητικούς προκειμένου να τερματιστεί ο εμφύλιος. Στις 6 Φεβρουαρίου του 1825 φυλακίζετε μαζί με τους Δελληγιαναίους στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Ήταν η πρώτη ανταμοιβή που επιφύλασσε η ελληνική διοίκηση στον άνθρωπο που ελευθέρωσε την χώρα. Μετά από εισήγηση του Παπαφλέσσα απελευθερώθηκε καθώς θεωρήθηκε ο μοναδικός ικανός να καταπολεμήσει την λαίλαπα του Ιμπραήμ Πασά. Ωστόσο, ήταν τόσο μεγάλα τα δεινά που είχε προκαλέσει η διχόνοια και οι εμφύλιοι πόλεμοι που ο Αιγύπτιος Πασάς δεν συναντούσε κανενός είδους αξιόλογη αντίσταση. Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να τον χτυπήσει με ανταρτοπόλεμο αλλά και με αντίποινα στα χωριά εκείνα που υπέγραφαν προσκυνοχάρτια πετυχαίνοντας να κρατήσει την Επανάσταση ζωντανή μέχρι την Ναυμαχία του Ναβαρίνου που έδιωξε οριστικά τον Ιμπραήμ από την Ελλάδα.

Με την έλευση του Καποδίστρια, τάχθηκε το πλευρό του Κυβερνήτη. Αυτό δεν του το συγχώρησαν ποτέ οι αγλογαλλικές δυνάμεις οι οποίες αφού δολοφόνησαν τον Κυβερνήτη, προσπάθησαν να πράξουν το ίδιο και με τον πρώτο μεταξύ των Ελλήνων. Η ξενόφερτη αντιβασιλεία δίκασε τον Κολοκοτρώνη μαζί με μια σειρά ακόμα άξιων επαναστατών όπως ο Πλαπούτας και ο Κίτσος Τζαβέλλας (όλοι τους Καποδιστριακοί και ρωσόφιλοι) και τον καταδίκασε σε θάνατο. Επρόκειτο για μια απόφαση - παρωδία στην οποία ο πρόεδρος του δικαστηρίου Πολυζωίδης καθώς και ο δικαστής Τερτσέτης αρνήθηκαν να βάλουν την υπογραφή τους. Ο Κολοκοτρώνης δέχτηκε με συγκατάβαση την ποινή του η οποία μπροστά στον φόβο γενικότερου ξεσηκωμού μετατράπηκε σε 20ετή κάθειρξη. Ο Κολοκοτρώνης ήταν τότε ήδη 63 χρονών... Με την ενηλικίωση του ο Όθωνας του παραχώρησε αμνηστία, τον ονόμασε στρατηγό και Σύμβουλο της Επικρατείας.

Αυτός ο αιώνιος Έλληνας, ο φλογερός επαναστάτης και πατέρας της νίκης, έκλεισε για πάντα τα μάτια του στις 4 Φεβρουαρίου 1843 στην πόλη των Αθηνών επιστρέφοντας στο σπίτι του ύστερα από γλέντι. Τάφηκε με όλες τις τιμές στο Ά Νεκροταφείο Αθηνών ενώ αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Πλατεία Άρεως στην πόλη της Τρίπολης όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα κάτω από το μεγαλόπρεπο άγαλμα του. 

Το μνημείο

Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία παρουσιάζει τον Κολοκοτρώνη σε ώριμη ηλικία, με αυστηρό βλέμμα και κάπως αγριεμένο. Δεν φοράει το βρετανικό κράνος με τον σταυρό - νομίζω πως οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ακούν το όνομα Κολοκοτρώνης τον φέρνουν στο μυαλό τους με αυτό το χαρακτηριστικό κράνος στο κεφάλι - αλλά το κλασσικό τουρμπάνι. Έχει μεγάλο μουστάκι και φοράει γιλέκο. Στην βάση αναγράφονται τα λόγια:

ΘΕΟΔΩΡΟΣ 
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
1770 - 1843

Η προτομή είναι έργο του γλύπτη Ιωάννη Βούλγαρη. Τοποθετήθηκε το 1936.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις

O Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είναι ο πατέρας της νίκης των ελληνικών όπλων. Δεν θα ήταν υπερβολή αν γράψουμε ότι δίχως αυτόν ίσως η Επανάσταση να είχε διαφορετική έκβαση. Μυαλό στρατηγικό με γνώση των στρατιωτικών θεμάτων (σε αυτό βοήθησε πρώτον το γεγονός ότι πολεμούσε από την εφηβική του ηλικία και δεύτερον οι εμπειρίες που έλαβε από το τάγμα του αγγλικού στρατού) δημιούργησε και εκτέλεσε την πολιορκία της Τριπολιτσάς και την καταστροφή του στρατού του Δράμαλη στα Δερβενάκια. Ήταν αυτός που επέμεινε να στραφεί η Επανάσταση εναντίον των μεγάλων κάστρων του Μοριά και όχι εναντίον της υπαίθρου και των μικρών οικισμών όπως πίστευαν οι περισσότεροι οπλαρχηγοί και με την κατάληψη της Τριπολιτσάς πέτυχε μια σπουδαία νίκη σε ψυχολογικό επίπεδο αλλά και σε πρακτικό αφού οι Τούρκοι έχαναν το μεγαλύτερο έρεισμα τους στην Πελοπόννησο.

Εξαιτίας της στρατιωτικής του δεινότητας εξοντώθηκε η μεγαλύτερη στρατιά που απείλησε την Επανάσταση, αυτή του Δράμαλη . Παγίδεψε τους Τούρκους στον αργολικό κάμπο, έκαψε τα σπαρτά και ανάγκασε τον Δράμαλη σε άτακτη υποχώρηση. Και όταν ο Τούρκος Σερασκέρης πήγε να τους παραπλανήσει με τον γραμματέα του διέβλεψε το τέχνασμα και έπιασε τα στενά των Δερβενακίων - αφού πρώτα λογομάχησε με τον Πετρόμπεη που πίστεψε ότι ο Δράμαλης κινείται εναντίον της Τρίπολης - διαλύοντας το τούρκικο ασκέρι. Αυτή η νίκη ήταν μια από τις σπουδαιότερες - αν όχι η σπουδαιότερη - της Επανάστασης και θα μπορούσε να είναι ακόμα μεγαλύτερη αν όλοι οι οπλαρχηγοί έδιναν πίστη στα λόγια του Κολοκοτρώνη και τον ακολουθούσαν στα Δερβενάκια.

Υπήρξε ανιδιοτελής και προσπάθησε να μείνει μακριά από τα πολιτικά παιχνίδια της εποχής του. Οι νίκες του προξένησαν τον φθόνο των πολιτικών οι οποίοι τον κυνήγησαν, τον πολέμησαν, τον φυλάκισαν και έφτασαν μέχρι το σημείο να σκοτώσουν τον γιο του. Παρά την πίκρα του όταν απελευθερώθηκε δήλωσε στον λαό του Ναυπλίου πως "πετάει τις πίκρες στην θάλασσα" και ανέλαβε την τελευταία προσπάθεια να σώσει την Επανάσταση. Με την πρακτική "φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους" κατόρθωσε να διατηρήσει ζωντανή την φλόγα μέχρι την ώρα του Ναβαρίνου.

Μα τα βάσανα αυτού του τρομερού Έλληνα δεν τέλειωσαν ούτε μετά την απελευθέρωση. Η αντιβασιλεία τον κυνήγησε επειδή υπήρξε καποδιστριακός και ρωσόφιλος, τον έσυρε σε δίκες και τον καταδίκασε σε θάνατο με ψευδείς κατηγορίες. Τον φυλάκισε για μήνες μέσα σε ένα μπουντρούμι στο κάστρο του Παλαμηδίου όπου ούτε φως έμπαινε ούτε ανθρώπινη φωνή ακουγόταν. Το έγραψα και στην ανάρτηση για το κάστρο του Παλαμηδίου ότι αξίζει να επισκεφτείτε το κάστρο μόνο και μόνο για να διαπιστώσετε πόσο αισχρό και ποταπό υπήρξε το νεοελληνικό κράτος προς τους ευεργέτες του. Ανατριχίλα και οργή νιώθει κανείς όταν επισκέπτεται την φυλακή του Κολοκοτρώνη...

Ευτυχώς η ποινή δεν εκτελέστηκε...Κανένας αντιβασιλέας δεν ήταν τόσο ανόητος για να αγγίξει τον θρύλο των Δερβενακίων. Η λαϊκή οργή που θα ακολουθούσε έπειτα από ενδεχόμενη εκτέλεση του Κολοκοτρώνη θα ήταν άνευ προηγουμένου. Η ποινή μετατράπηκε σε φυλάκιση 20 χρόνων. Ο Κολοκοτρώνης που τότε βρισκόταν στο εξηκοστό τρίτο έτος της ζωής του απάντησε με την θυμοσοφία που τον διέκρινε

"Θα γελάσω τον Βασιλιά. Δεν θα ζήσω τόσους χρόνους."

Αν και αγράμματος, η σοφία που απέκτησε στα πεδία των μαχών και της ζωής γενικότερα τον καθιστά πιο σοφό από πολλούς εγγράμματους ανθρώπους του τότε αλλά και του τώρα. Σχολίασε την δολοφονία του Καποδίστρια με το παράδειγμα των γαϊδουριών που σκοτώνουν τον σαμαρά έπειτα όμως επειδή δεν γνωρίζουν την δουλειά φωνάζουν άλλον σαμαρά για να τους φτιάχνει τα σαμάρια ενώ λίγο πριν κλείσει τα μάτια του έβγαλε έναν καταπληκτικό λόγο στην Πνύκα γεμάτο αγάπη για την πατρίδα του και την ζωή, ένα λόγο γεμάτο συγκατάβαση και λαϊκή σοφία.

"Εις τον τόπο τούτο, οπού εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί, και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ και ούτε να φθάσω τα ίχνη των."


Και να φανταστείτε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν γνώριζε καλά - καλά να συλλαβίζει. 


Θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις στρατιωτικές του νίκες που του έδωσαν μεγάλο έρεισμα στο λαό και να διεκδικήσει μια πολιτική θέση. Γνώριζε ωστόσο ότι η δική του θέση ήταν στα πεδία των μαχών και για το καλό της πατρίδας του πίστευε ότι θα ήταν φρονιμότερο να αναλάβουν την διακυβέρνηση της χώρας άνθρωποι μορφωμένοι, με διπλωματικές ικανότητες και εμπειρία. Γι αυτό και στήριξε τον Καποδίστρια μέχρι τέλους και το ίδιο έπραξε στην συνέχεια και με τον Όθωνα.


Παρά τις πίκρες που του έδωσε το ελληνικό κράτος ο "Γέρος του Μοριά" έφυγε ευτυχισμένος γνωρίζοντας ότι έχει επιτελέσει το καθήκον του στο έπακρο πολεμώντας για  "σαράντα εννέα χρόνους υπέρ Πατρίδος" με ανιδιοτέλεια, θάρρος και πείσμα.


Σήμερα δικαίως θεωρείται ένας από τους πιο αξιόλογους Έλληνες όλων των εποχών. Δίκαια θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης ελληνικής ελευθερίας.


Τμήμα του οπλισμού του (μεταξύ αυτών και η θρυλική περικεφαλαία) βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα. Ο πρώτος του τάφος βρίσκεται στο Ά Νεκροταφείο όπου υπάρχει και άγαλμα του ενώ τα οστά του βρίσκονται στην πλατεία Άρεως στην Τρίπολη. Προτομές και αγάλματα υπάρχουν κατά μήκος και πλάτος όλης της ελληνικής επικράτειας - ξεχωρίζει βέβαια αυτό στα Δερβενάκια τόσο για την επιβλητικότητα του όσο και για την ιστορική σύνδεση του με τον χώρο. 

Πως θα πάμε

Η προτομή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου.

Διαβάστε για τον Κολοκοτρώνη Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV, V, VI
Δείτε φωτογραφίες από την προτομή εδώ
Αξίζει να διαβάσετε τον λόγο του Κολοκοτρώνη στην Πνύκα
Δείτε βίντεο για τον Κολοκοτρώνη Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV

Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά: Παραδοσιακό κλέφτικο. Άγνωστος καλλιτέχνης. Δεύτερη εκτέλεση επίσης από άγνωστο καλλιτέχνη. Και η υπέροχη εκτέλεση με τραγουδίστρια την Ειρήνη Παπά.

Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Η προτομή του Κίτσου Τζαβέλλα στο Πεδίο του Άρεως

Συνεχίζοντας την βόλτα μας στην "οδό των ηρώων" στο Πεδίο του Άρεως φτάνουμε στην προτομή του Σουλιώτη οπλαρχηγού Κίτσου Τζαβέλλα.

Μερικά στοιχεία για τον Κίτσο Τζαβέλλα

Ο Κίτσος Τζαβέλλας γεννήθηκε στο Σούλι με την αυγή του 19ου αιώνα (1800). Ήταν δευτερότοκος γιος του φημισμένου καπετάνιου Φώτου Τζαβέλλα ο οποίος μαζί με την "φάρα" του (με τον όρο φάρα οι Σουλιώτες όριζαν μια διευρυμένη έννοια της οικογένειας που περιελάμβανε θείους, παππούδες, ανίψια, ξαδέρφια κτλ) αλλά και με άλλες ονομαστές φάρες όπως αυτή των Μποτσαραίων αντιστάθηκε σθεναρά επί δεκαετίες στις συνεχόμενες επιθέσεις του Αλί πασά των Ιωαννίνων και κράτησε μακριά τους Τούρκους από το Σούλι (το οποίο ήταν ένα σύμπλεγμα από χωριά ουσιαστικά μια συμπολιτεία της τάξης των 10 με 12 χιλιάδων ανθρώπων). 

Το 1803 όμως ο Αλί πασάς κατόρθωσε να γονατίσει με αποκλεισμό και συνεχόμενη πολιορκία το Σούλι με αποτέλεσμα οι περήφανοι Σουλιώτες να αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν. Η συνθήκη μεταξύ άλλων όριζε ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Έτσι χωρίστηκαν σε τρεις φάλαγγες και άρχισαν την εκκένωση των σουλιώτικων βουνών. Η μια από αυτές της ομάδες είχε ως αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλλα ο οποίος κατόρθωσε να φτάσει στην Πάργα και από εκεί απέναντι στο τότε γαλλοκρατούμενο νησί της Κέρκυρας.

Εκεί πέρασε τη νιότη του ο Κίτσος Τζαβέλλας μέχρι το 1820 όταν σε ηλικία σχεδόν είκοσι ετών επέστρεψε στο Σούλι. Ο πάλαι ποτέ εχθρός Αλί πασάς ήταν πλέον σύμμαχος στον αγώνα εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων. Σε περίπτωση νίκης, οι Σουλιώτες θα κέρδιζαν και πάλι σύμφωνα με την υπόσχεση του πασά τα χωριά τους. Ωστόσο ο Αλί ηττήθηκε και οι Σουλιώτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν και πάλι τα χωριά τους - αυτή την φορά οριστικά. Τότε ο Κίτσος Τζαβελλας πέρασε απέναντι στην Ιταλία όπου ήρθε σε συνεννόηση με τον περίφημο "κύκλο της Πίζας" προκειμένου να πάρει πληροφορίες για την επερχόμενη επανάσταση.

Το ξέσπασμα της επανάστασης τον βρίσκει στο Σούλι να πολεμάει τα σουλτανικά στρατεύματα. Μετά την ήττα του Αλί κατεβαίνει στο Αιτωλικό όπου είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί Σουλιώτες.Συμμετέχει ενεργά στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου και κατορθώνει να αποκρούσει τους Τούρκους από την πόλη ενώ πολεμάει και στην μάχη του Κεφαλόβρυσου όπου σκοτώνεται ο έτερος Σουλιώτης αρχηγός Μάρκος Μπότσαρης. Όταν μετά από λίγο θα σκοτωθεί και ο αδερφός του πατέρα του Ζυγούρης Τζαβέλλας, ο Κίτσος θα καταστεί μοναδικός και αδιαμφισβήτητος αρχηγός των Σουλιωτών.

Το 1824 βοηθάει τον Γεώργιο Καραϊσκάκη (με τον οποίο είχαν έρθει σε προστριβές στο παρελθόν) τη μάχη της Άμπλιανης ενώ τον Ιούνιο του 1825 κατορθώνει να σπάσει τον κλοιό του Κιουταχή να να μπει μέσα στην πολιορκημένη πόλη του Μεσολογγίου. Τον Απρίλη του επόμενου έτους κατορθώνει κατά την ιστορική έξοδο των κατοίκων της πόλης να σώσει 1.300 μάχιμους άνδρες τους οποίους και πήγε στην Άμφισσα. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου συνέχισε να πολεμάει παίρνοντας μέρος στις μάχες των Αθηνών και την συντριβή στον Ανάλατο. Μάλιστα μετά τον χαμό του Καραϊσκάκη στο Φάληρο του δόθηκε προσωρινά η αρχιστρατηγία.

Με τον ερχομό του Καποδίστρια διορίστηκε από το Κυβερνήτη χιλίαρχος και του ανατέθηκε να καθαρίσει την Ελλάδα από τα υπολείμματα των οθωμανικών στρατευμάτων. Τάχθηκε ανοιχτά με την πλευρά του Κυβερνήτη και του Κολοκοτρώνη και μετά την δολοφονία του Καποδίστρια κυνηγήθηκε από την Αντιβασιλεία και φυλακίστηκε μαζί με τον Πλαπούτα και τον Γέρο του Μοριά. Ο Όθωνας μετέπειτα προσπάθησε να τον προσεταιριστεί διορίζοντας τον πρώτα αντιστράτηγο και έπειτα υπασπιστή του. Το 1844 διορίστηκε υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του Κωλέττη και τρία χρόνια μετά διετέλεσε και Πρωθυπουργός. 

Λίγο πριν την δύση της ζωής του πρόλαβε να επισκεφτεί και πάλι τα λημέρια του στην Ήπειρο ως γενικός συντονιστής του απελευθερωτικού κινήματος που ξέσπασε στην περιοχή το 1854. Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος επέστρεψε πίσω στην Αθήνα όπου και πέθανε στις 9 Μαρτίου του 1855.

Το μνημείο

Πρόκειται για μια μαρμάρινη προτομή η οποία απεικονίζει τον Κίτσο Τζαβέλλα σε νεαρή ηλικία με καπέλο στο κεφάλι και παχύ μουστάκι. την βάση αναγράφεται:

ΚΙΤΣΟΣ
ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ
1801 - 1855


Η προτομή είναι έργο του Τηλέμαχου Γύζη. Τοποθετήθηκε το 1938.

Συνοψίζοντας - προσωπικές εντυπώσεις

Οι Σουλιώτες του δεύτερου μισού του 18ου αιώνα και του πρώτου του επόμενου, αποτελούσαν έναν ιδιαίτερο τύπο λαού. Αποκομμένοι πάνω στα ψηλά βουνά της Ηπείρου όπου μόνο το λευκό χιόνι και ο κρύος αγέρας μπορούν να φτάσουν διαμόρφωσαν έναν ιδιαίτερο τύπο κοινωνίας που χαρακτηρίζονταν από αυστηρότητα, πίστη στα ιδανικά της πατρίδας (όπου πατρίδα τα κακοτράχαλα βουνά των Σουλιοτοχωρίων) και της θρησκείας, σεβασμός στην τιμή και την αξιοπρέπεια και κυρίως απόλυτη προσήλωση στα πολεμικά πράγματα.

Τα ήθη, τα έθιμα τους και κυρίως ο κοινωνικός τρόπος συμπεριφοράς τους μάλλον ξενίζουν τον σύγχρονο Έλληνα αναγνώστη: η βεντέτα όχι μόνο ήταν διαδεδομένη αλλά θεωρούνταν και επιβεβλημένη όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν ενώ οι γυναίκες έπρεπε να είναι σεμνές και σε περίπτωση μοιχείας υπήρχε σκληρή σκοταδιστική ποινή. Οι φάρες διοικούσαν τα χωριά και κάθε φάρα είχε τον αρχηγό της τον οποίο έπρεπε όλοι να σέβονται και να υπακούν τυφλά.

Η ζωή στο Σούλι γενικότερα ήταν δύσκολη, συνυφασμένη με τον πόλεμο και την επιβίωση μέσα σε αντίξοες καιρικές αλλά και κοινωνικές / πολιτικές συνθήκες ολότελα ξένες με ότι ίσχυε στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο όπου τα πράγματα ήταν σαφώς πιο φιλελεύθερα.

Μέσα σε αυτό το κοινωνικό πλαίσιο ανδρώθηκε ο Κίτσος Τζαβέλλας έστω και μακριά από τα βουνά της Ηπείρου. Αποτελεί κλασσικό δείγμα Σουλιώτη των αρχών του 19ου αιώνα: ατρόμητος πολεμιστής, άριστος γνώστης των τεχνικών του πολέμου και ειδικότερα του ανταρτοπόλεμου, ολιγαρκής και σκληροτράχηλος συνέχισε τον αγώνα ακόμα και όταν χάθηκε κάθε ελπίδα για απελευθέρωση του Σουλίου από τους Οθωμανούς. Ήταν ένας από τους χιλιάδες αγωνιστές που συμμετείχαν στην έξοδο του Μεσολογγίου - μιας από τις τραγικότερες στιγμές της Επανάστασης - και μάλιστα κατόρθωσε να οδηγήσει χίλιους και πλέον συμπολεμιστές του μακριά από την φλεγόμενη πόλη. Αυτό υπήρξε το σπουδαιότερο πολεμικό του κατόρθωμα πλάι στα πολλά άλλα ανδραγαθήματα του υπέρ της πατρίδας.

Πως θα πάμε

Η προτομή του Κίτσου Τζαβέλλα όπως και οι προτομές των υπόλοιπων αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως στην πόλη των Αθηνών. Για να φτάσουμε στο Πεδίο του Άρεως το οποίο βρίσκεται σχεδόν πάνω στην συμβολή τον οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας (παρεμβάλλεται πλαγίως η πλατεία Αιγύπτου) χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρικό και κατεβαίνουμε στην στάση Βικτώρια. Από εκεί ανηφορίζουμε την οδό Χέυδεν η οποία τερματίζει ακριβώς στο Πεδίο του Άρεως. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο δεξί μας χέρι ακριβώς στο άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τα αγάλματα βρίσκονται στην πρώτη στροφή του πάρκου αριστερά όπως ερχόμαστε από το άγαλμα του Κωνσταντίνου..

Διαβάστε για τον Κίτσο Τζαβέλλα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ
Φωτογραφίες από την προτομή εδώ

Βιβλιογραφία
  • Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια Γλυπτική 1834 -2004, Αντωνοπούλου Ζέτα, Εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2003